Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΚΩΣΤΗΣ ΚΟΛΩΤΑΣ Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ





Σάββατο 26 Ιουνίου 2010

Πρώιμες παραστάσεις Σαιξπηρικών έργων στην Κύπρο και οι σύγχρονες με το ΘΟΚ

Με τον τερματισμό της Τουρκικής κατοχής της νήσου και την έναρξη της Αγγλοκρατίας (1878), αρχίζει στην Κύπρο μια πνευματική δραστηριότητα και ειδικά μια αξιόλογη θεατρική κίνηση. Ιδρύονται, λοιπόν, πνευματικοί Σύλλογοι που δίνουν θεατρικές παραστάσεις. Τέτοιοι Σύλλογοι ήταν ο «Αριστοφάνης», ο «Ερασιτεχνικός Όμιλος Λευκωσίας», ο «Θεατρικός Σύλλογος Σοφοκλής» στη Λάρνακα, και η Θεατρική Εταιρεία Άρης Λεμεσού», που, όπως αναφέρει ο Γιάννης Κατσούρης, σε μια θεατρική περίοδο ανέβασε 9 θεατρικά έργα!.
Μια πρώτη μαρτυρία για παράσταση έργων του Σαίξπηρ, χωρίς να αναφέρεται συγκεκριμένο έργο, έχουμε από την πρώτη εφημερίδα της Κύπρου, το «Νέον Κίτιον» της Λάρνακας, στο φύλλο της 12/24 Δεκεμβρίου 1880. Γράφει: «...προ τινων ημερών Αρμενική τις θεατρική εταιρεία δίδωσι παραστάσεις εν Τουρκική γλώσση... Είναι αληθώς περίεργον να ακούη τις τον Γοίθιον (Γκαίτε), Σαίξπηρ, Σχίτλερον (Σίλλερ), Ούγον (Ουγκώ) ομιλούντας την γλώσσαν του Προφήτου...» Δεν κρύβει βέβαια την αγανάκτησή του ο συντάκτης του σημειώματος γατί ένας Άμλετ, ίσως, μιλάει στα τουρκικά και υποκλίνεται με τεμενά!
Εν τω μεταξύ έχουμε και επισκέψεις στη μεγαλόνησο από θιάσους της Ελλάδας. Έτσι περιοδεύει στη νήσο το1881 ο «Θίασος Ανδρονοπούλου» και στο ρεπερτόριό του είχε και τον «Οθέλλο» του Σαίξπηρ. Τον «Οθέλλο» θα παρουσιάσει και ένας άλλος εξ Αθηνών θίασος, ο «Θέσπις», του Ξενοφώντα Ησαΐα, το 1887. Ο ίδιος θίασος θα επανέλθει το 1891 πάλι «Οθέλλο» αλλά και «Μάκμπεθ». Και θα επανέλθει τον ίδιο χρόνο, ειδικά με τις Σαιξπηρικές του παραστάσεις, κάτω από την αιγίδα του Μεγάλου Άγγλου Αρμοστή Σερ Μπούλβερ. Φαίνεται ότι η παρουσία των Άγγλων στην Κύπρο, ενθαρρύνει αυτούς τους ελληνικούς θιάσους να περιλαμβάνουν στο ρεπερτόριό τους τον Σαίξπηρ. Έτσι το 1894 έχουμε επίσκεψη του θιάσου «Λεκατσά», με τρία Σαιξπηρικά έργα: «Έμπορο της Βενετίας», «Οθέλλο» και «Μάκμπεθ».
Η επίσκεψη θιάσων από την Ελλάδα γίνεται συνεχώς πιο συχνή. Ιδιαίτερα σε καιρούς δύσκολους για το εθνικό κέντρο γι αυτό και η εφημερίδα «Αλήθεια» της Λεμεσού (1897) προτρέπει τους αναγνώστες της να συνδράμουν ένα τέτοιο θίασο, του Χριστοφορίδη, γιατί είναι «έργον φιλανθρωπίας προς τους ατυχείς αυτούς βιοπαλαιστάς, ους η εκκρεμότης του Ελληνοτουρκικού ζητήματος, ηνάγκασεν ακόντας να μένωσιν επί τόσον χρόνον εις Κύπρον....».
Τα ντόπια θεατρικά συγκροτήματα είναι ερασιτεχνικά. Ένας τέτοιος ερασιτεχνικός θίασος στη Λευκωσία ανεβάζει «Άμλετ», χωρίς εισπρακτική επιτυχία.
Όπως λέχθηκε και πιο πάνω, η παρουσία των Άγγλων στην Κύπρο βοήθησε στο συχνό ανέβασμα Σαιξπηρικών έργων, από ελλαδικούς θιάσους, από ντόπιους ερασιτέχνες, από τα σχολεία, αλλά και από Άγγλους ερασιτέχνες. Αυτές οι παραστάσεις τελούσαν συχνά υπό την υψηλήν προστασίαν του Αγγλου Κυβερνήτου ή των επαρχιακών Άγγλων Διοικητών. Το 1926 έχουμε ένα τέτοιο σχήμα Άγγλων ερασιτεχνών που υπηρετούσαν στην αποικιακή Κυβέρνηση του τόπου που ανέβασε στη Λευκωσία και μετά Λεμεσό «Όνειρο Θερινής Νυχτός» και «Δωδεκάτη Νύχτα». Η εφημερίδα «Ελευθερία» σε ένα κριτικό σημείωμά της θα σημειώσει: «... δεν μπορούμεν παρά να ομολογήσωμεν ότι όλοι οι ερασιτέχναι ήσαν καλώς μελετημένοι... Ομολογουμένως είναι άξιοι θερμοτάτων χειροκροτημάτων...».
Σε ένα πολύ πιο παλιό κριτικό σημείωμα για τις πρώιμες αυτές ερασιτεχνικές παραστάσεις, όχι βέβαια έργων μόνον του Σαίξπηρ, διαβάζουμε στην εφημερίδα της Λάρνακας «Νέον Κίτιον» (1879). «Δεν επιθυμούμεν να εισέλθωμεν εις λεπτομερείας και να εξετάσωμεν αν οι ευγενείς εκείνοι νέοι, αίτινες θυσιάζοντες κόπους και ώρας της εργασίας των χάριν φιλομούσων και φιλανθρώπων σκοπών ανεβαίνουσιν επί της σκηνής, απέτυχον ή ου. Τούτο μόνον λέγομεν ότι εχειροκροτήθησαν επανειλημμένως...»
Και ήταν πράγματι τόλμη, στις τότε κοινωνικές συνθήκες, να ανεβαίνεις επί σκηνής. Άξιοι συγχαρητηρίων οι νέοι εκείνοι κι άξιοι μιας πληρέστερης έρευνας και καταγραφής
Σύγχρονες παραστάσεις με το ΘΟΚ
Εξ ίσου «άξιοι χειροκροτημάτων» είναι και οι συντελεστές Σαιξπηρικών παραστάσεων στα νεώτερα χρόνια με το θίασο του ΘΟΚ. Η στρίγγλα, Πολύ κακό, Όπως αγαπάτε
Από τις εκτός ΘΟΚ παραστάσεις αναφέρουμε την παράσταση του Ρωμαίου και Ιουλιέττας από το θέατρο ΠΡΑΞΙΣ της Λεμεσού, σε σκηνοθεσία Νίκου Χαραλάμπους.

 Σημειώσεις

1. Μια σύντομη, περιεκτική ιστορία του Κυπριακού θεάτρου είναι αυτή του Γάννη Κατσούρη που υπάρχει στην ειδική έκδοση για τα δέκα χρόνια του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου. Πλήρης καταγραφή παραστάσεων «από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι το 1986», υπάρχει στο τρίτομο έργο του Μ. Π. Μουστερή «Χρονολογική Ιστορία του Κυπριακού Θεάτρου». Ειδκά για τις παραστάσεις του ΘΟΚ, από το 1971 που ιδρύθηκε και μετά, υπάρχει η πιο πάνω ειδική έκδοσή του για τα δεκάχρονά του (1971-1981) και μια πρόσφατη για τα 25χρονά του.

2. Υπάρχουν μαρτυρίες πως και στην περίοδο της Τουρκοκρατίας υπήρχε κάποια θεατρική κίνηση, και μάλιστα, όπως λέει μια τέτοια μαρτυρία «Πολλάκις Τούρκοι καϊμακάμαι και πολλοί αυτών των πασάδων ετίμησαν δια της παρουσίας των τας παραστάσεις αυτάς»

Δευτέρα 31 Μαΐου 2010

Κωστής Κολώτας, ένας σπάνιος πνευματικός ταγός και μια λεβέντικη ψυχή

Του Νίκου Χαραλάμπους. Ηθοποιού-σκηνοθέτη-δασκάλου θεάτρου.
Είναι φορές που η σιωπή είναι χρυσός, ιδίως όταν νιώθεις ότι τα επιχειρήματα σου θα είναι κατώτερα μιας πολυσήμαντης προσωπικότητας που «δραπέτευσε» ξαφνικά, σιωπηλά, με αξιοπρέπεια αγωνιστή και πριν την ώρα της, από τα εγκόσμια. Διότι τι να πεις για να «αποχαιρετίσεις» με λόγια τον, για περισσότερα από 30 χρόνια, φίλο, συνεργάτη και δάσκαλο Κωστή Κολώτα, που χάσαμε τόσο ξαφνικά και τόσο οδυνηρά;
Ότι υπήρξε ένας αμετανόητος Κύπριος με την αρχέγονη σημασία της ιθαγένειας, ότι παρέμεινε μέχρι τέλους ένας συνεπής και σεμνός θεράπων των γραμμάτων και των τεχνών με τη διαχρονική αξία τ(ον λέξεων, ότι διεκδίκησε, όσο ζούσε, με πείσμα και αυτοθυσία μια ανιδιοτελή προσφορά στο σημερινό μας κόσμο της παρακμής και της διαπλοκής ως ένας πνευματικά και ερευνητικά αναρχικός δημιουργός, «εγκλωβισμένος» μέχρι λατρείας στην πολύπαθη γενέθλια γη του;
Όλα αυτά δεν έχουν, φυσικά, ανάγκη «απολογίας» για τη ζωή και το «θάνατο του ποιητή» (κατά Χειμωνά), ούτε είναι δυνατό να εκφράσουν το μέγεθος της πίκρας και της οδύνης για τον αδόκητο χαμό του σε πλήρη πνευματική διαύγεια, βιολογικό δυναμισμό και σοφό χιούμορ. Κι όμως δεν μπορεί εύκολα κανείς να προσπεράσει την «ενοχή» του από μια τέτοια καταλυτική και ουρανοκατέβατη απώλεια, χωρίς να υπενθυμίσει τις πλουσιοπάροχα συγκεντρωμένες του αρετές, τουλάχιστον ως συνεργάτη, φίλου και συνοδοιπόρου στο δύσβατο μονοπάτι της τέχνης του Θεάτρου, τις διεγερτικά σωρευμένες στο υποσυνείδητο μνήμες από τα εκατοντάδες βράδια που σπαταλήσαμε μαζί ετοιμάζοντας μια αναβίωση - μεταφραστικά και ερμηνευτικά - έργου αρχαίας τραγωδίας ή Αριστοφάνη. Ενοχή η οποία, αν και «εξηγείται» από τη Μπεκετική απαισιοδοξία των ανθρώπινων ορίων μας και του «γεννιόμαστε, άρα φταίμε», όταν καλείται κάποιος σαν εμένα να την εκλογικεύσει, σηκώνει τα χέρια ψηλά!
Γιατί με τέτοιους «συνοδοιπόρους», όπως ο Κωστής, η διαιώνιση της αγωνίας για μια καλύτερη κοινωνία και μια πληρέστερη εγρήγορση μεθόδων και προτάσεων, ώστε να περάσουν στον απλό θεατή μηνύματα βαθιάς δημοκρατίας και συνειδητοποιημένης αφοσίωσης στις αρχές της αυτογνωσίας και της πνευματικής και σωματικής απελευθέρωσης από κοινωνικά ταμπού και αγοραίες υποκρισίες, ως κατάλοιπα μικροαστικής μόλυνσης, νιώθεις πιο δυνατός, πιο σίγουρος, λιγότερο ευάλωτος! Η εφηβική του προθυμία σε ό,τι εμπεριείχε δυναμική παρέμβαση, η αδιαπραγμάτευτη συμμετοχή του σε ό, τι κουβαλούσε ρίσκο και εύρος καλλιτεχνικού πειραματισμού και η συνεχής του παρουσία σε σεμινάρια, πρόβες και καθετί που συνιστούσε δημιουργική επαφή με τους καλλιτέχνες και τους σπουδαστές του Θεάτρου, υπήρξε παροιμιώδης! [Λίγο πριν το «τέλος», θυμάμαι ένα τηλεφώνημα του στην Αθήνα, όπου κατοικοεδρεύω τα τελευταία χρόνια, για να μου δηλώσει ότι είναι έτοιμος να ταξιδέψει ξανά για να παραλάβει τους σπουδαστές μου που τον λάτρεψαν από προηγούμενες του διαλέξεις γύρω από το αρχαίο δράμα, με θέμα αυτή τη φορά το ιστορικό και κοινωνικό υπόβαθρο της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Δεν πρόλαβε…]
Ο Κωστής Κολώτας έφυγε από κοντά μας, αλλά πιστεύω ακράδαντα πως η «σκιά» του θα μας προστατεύει πνευματικά στο διηνεκές, αφού, όσο ζούσε, ήταν ένα ολοκληρωμένο εγχειρίδιο λεβεντιάς στις διαπροσωπικές του σχέσεις, ένα τεκμηριωμένο μοντέλο δάσκαλου -φίλου που ζούσε με πάθος καθετί νέο και επαναστατικό, μια μορφή που συνδύαζε την απόλυτη αυστηρότητα του ερευνητή με τον απλεγμάτιστο ερωτισμό του γλεντζέ. Η Κύπρος έχασε, με την απουσία του, ένα Ζορμπά του πνεύματος και της αφοσίωσης σε ένα σκοπό. Ελπίζω, η πόλη που τον γέννησε, που ποτέ δεν την εγκατέλειψε και που την τίμησε πολυεπίπεδα για δεκαετίες, να τού το ανταποδώσει, έστω και με μια μόνιμη υπενθύμιση του ονόματος του σε μια κεντρική της οδό. Άνθρωποι σαν το Κωστή δικαιούνται διαχρονική συντήρηση μνήμης και εκτίμησης! Όσο για τον γράφοντα, νιώθω σαν να έχασα ταυτόχρονα έναν πολύχρονο πιστό φίλο, ένα δάσκαλο ήθους και ύφους υψηλών προδιαγραφών και ένα συνοδοιπόρο στο δύσκολο και μοναξιασμένο δρόμο της καλλιτεχνικής δημιουργίας!

Από το αφιέρωμα στον Κωστή Κολώτα του περιοδικού «Θεατρικά Νέα» του Κυπριακού Κέντρου Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου. τεύχος Απριλίου 2010

Τετάρτη 26 Μαΐου 2010

ΑΙΣΧΥΛΕΙΑ 2007

Από ένα κείμενο για μια παράσταση στην αρχαιότητα

Σε ένα κείμενο για μια σύγχρονη παράσταση.

Κομίζει γλαύκα εις Αθήνας ο λέγων ότι ένα έργο του αρχαίου Ελληνικού δράματος ήταν προορισμένο να γίνει θέαμα και ακρόαμα, ήταν ζώντων και ου δι απαγγελίας. Κι όμως, όσο κι αν φαίνεται αυτό αυτονόητο δεν αντιμετωπίστηκαν πάντα ως τέτοια, ή αποκλειστικά ως τέτοια, τα σωζόμενα έργα του 5ου αιώνα. Ήδη ο Αριστοτέλης πίστευε ότι η τραγωδία και άνευ κινήσεως “ποιεί το αυτής», και τονίζει πόση σημασία έχει και μόνη η ανάγνωσή της και δεν θεωρεί αναγκαία την υπόκριση. Ακολούθησαν οι φιλόλογοι σχολιαστές της Ελληνιστικής περιόδου οι οποίοι τα αντιμετώπισαν ως ποιητικά/γραμματικο-συντακτικά κείμενα. Ύστερα στους Μεσαιωνικούς/Βυζαντινούς χρόνους η θεατρική/σκηνική φύση τους αγνοήθηκε εντελώς. Κι όταν ήρθαν οι ουμανιστές, οι κλασικιστές και εν συνεχεία οι νεοκλασικιστές, μέσα στο ξάφνιασμά τους και τον θαυμασμό τους, τα αντιμετώπισαν ως ποιητικά-φιλοσοφικά κείμενα. Η επίδρασή τους υπήρξε καταλυτική για δεκαετίες ή και αιώνες. Έτσι οι δεινοί φιλόλογοι του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, μας άφησαν θαυμάσιες φιλολογικές μεταφράσεις, με ένα πλήθος υποσημειώσεις και σχόλια, οι οποίες όμως ήταν δύσκαμπτα ερμηνευτικά κείμενα ακατάλληλα για παράσταση και παρέσυραν και τους σκηνοθέτες σε μουσειακές παραστάσεις, σε μια προσπάθεια να αναβιώσουν μια αρχαία παράσταση. Εξαίρετα έργα καθ΄ εαυτά, αλλά όχι θεατρικές μεταφράσεις. Κι ακόμα, κάτι πιο αρνητικό, η τάση αυτή συνοδευόταν για αιώνες από ένα διδακτικό στόχο, με μια απέλπιδα προσπάθεια να βρουν παντού μηνύματα και οδηγίες, πρότυπα ζωής και συμπεριφοράς. Αντί για τη βασική καθαρκτική λειτουργία της τραγωδίας, έμεναν και τόνιζαν τη διδακτική (όπως επεσήμανε και ο Έκο). (Αυτό το στοιχείο του διδακτισμού ακόμα ταλανίζει την ανάγνωση και την διδασκαλία του αρχαίου δράματος στα σχολεία. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία).Το κείμενο στόχος ή κείμενο-άφιξη (Έκο) πρέπει είναι ένα θεατρικό κείμενο, κι έτσι ο μεταφραστής πρέπει να λειτουργήσει διαφορετικά σε πολλά σημεία από τον μεταφραστή/ερμηνευτή, και ακόμα πέραν από αυτόν. Εμείς οι φιλόλογοι ειδικά, αν πάμε στο κείμενο-πηγή μόνο με τη φιλολογική μας γνώση, κινδυνεύουμε να φτάσουμε από ένα κείμενο-πηγή σε ένα κείμενο-στόχο προορισμένο για ανάγνωση ή άκουσμα, όπως οι παλαιότερες καθαρά φιλολογικές μεταφράσεις που ήσαν περισσότερο ερμηνείες παρά μεταφράσεις για παράσταση. Όμως είναι άλλη διεργασία να αποσαφηνίζεις ερμηνεύοντας κι άλλο να αποσαφηνίζεις μεταφράζοντας... (Έκο).
Μια μετάφραση προορισμένη για παράσταση, ένα θεατρικό κείμενο-στόχος ή κείμενο-άφιξης θεατρικό, πρέπει να έχει κύρια έγνοια και προσπάθεια να αποκωδικοποιήσει την θεατρικότητα του αρχαίου κειμένου, να την αποδώσει με γλωσσικούς-εκφραστικούς τρόπους σημερινούς, και κυρίως να την υποδείξει στον σκηνοθέτη, ο οποίος με τη σειρά του θα την μεταφέρει στη σύγχρονη θεατρικότητα.
Το πρώτο πρόβλημα του θεατρικού μεταφραστή είναι βέβαια ο λόγος, λέξεις και η δομή της γλώσσας, τα σημαίνοντα που θα πρέπει να αποδοθούν με σημερινά σημαινόμενα. Όμως, γεννιούνται αμέσως δυσκολίες, ερωτήματα, προβλήματα για λύση. Γιατί το ίδιο σημαίνον δεν παραπέμπει πάντοτε στο ίδιο σημαινόμενο. Και ένα σημαίνον με ένα συγκεκριμένο σημαινόμενο στον Αισχύλο, το ίδιο σημαίνον έχει διαφορετικό σημαινόμενο στην εποχή και τη γραφή του Ευριπίδη. Ακόμα και στον ίδιο συγγραφέα, σε έργα του διαφόρων εποχών, κάτω από διαφορετικές συνθήκες, πολιτικές, κοινωνικές, η ίδια λέξη, το ίδιο σημαίνον, σημαίνει δύο διαφορετικά πράγματα, έχει μια αμφισημία (εσκεμμένη ή απροσεξία;). Σε κάθε λέξη σχεδόν ή φράση των αρχαίων κειμένων εμφιλοχωρεί η πολιτισμική παρεξήγηση (Έκο) είτε από τον μεταφραστή είτε από τον θεατή ακροατή. Ιδιαίτερα για μας τους Έλληνες όπου πολλές λέξεις, πολλά σημαίνοντα είναι τα ίδια και στη νέα γλώσσα, όμως σήμερα έχουν διαφορετικά σημαινόμενα.
Ας πάρουμε τη λέξη όργια που είναι ένα πολυ-χρησιμοποιημένο σημαίνον στις Βάκχες. Τότε είχε σημαινόμενο = τελετουργίες, θρησκευτικές τελετές, τραγούδι, χορός. Στα νέα Ελληνικά, για τον κοινό θεατή, έχει σημαινόμενο αισθησιακές πράξεις, συνδεδεμένες με γλέντι, ποτό και σεξ. Το ίδιο και με πολλές από τις ευρωπαϊκές γλώσσες. Αν λοιπόν αφήσεις αμετάφραστη τη λέξη, ο θεατής θα εννοήσει αυτά τα τελευταία, και επομένως οι γυναίκες εκεί στον Ελικώνα ή τον Παρνασσό κάνουν όργια!
Πολλές άλλες κοινές λέξεις, που τις θεωρούμε εύκολες, όπως η λέξη ‘τύραννος, είχαν διαφορετικό σημαινόμενο αρχικά στην αρχαιότητα, σε διάφορες εποχές. ( ο αισυμνήτης – Πεισίστρατος- Το δρόμο προς τη δημοκρατία. Περικλής εγένετο λόγω μεν δημοκρατία, έργω δε η του πρώτου ανδρός αρχή.) - Oedipus rex. King Oedipus.
Όταν η Ανδρομάχη στις Τρωάδες λέει τη μητρική φιλοδοξία της για τον Αστυάνακτα, πως ονειρεύτηκε πως γέννησε ένα τύραννο για την Ασία, ασφαλώς δεν εννοούσε τύραννο, με το σημερινό σημαινόμενο, αλλά ένα βασιλιά, ένα ηγέτη. Κι αν το αφήσουμε αμετάφραστο, το μήνυμα που θα φτάσει στους θεατές είναι σίγουρα αρνητικό.
Είπα δυο χαρακτηριστικές λέξεις, αλλά είναι άπειρες οι λέξεις, τα σημαίνοντα, που καλείται ο θεατρικός μεταφραστής να βρει το σημαινόμενό τους στον συγκεκριμένο συγγραφέα, στο συγκεκριμένο έργο τραγωδία και στη συγκεκριμένη ιστρορική/πολιτική στιγμή, δουλειά εξαιρετικά επίπονη, ιδιαίτερα στον Ευριπίδη. Θα μου πείτε ότι το πρόβλημα αυτό το αντιμετωπίζει και ο φιλόλογος μεταφραστής/ερμηνευτής. Αλλά αυτός έχει την ευχέρεια με υποσημειώσεις, σχόλια, να δώσει τις ποικίλες ερμηνείες μιας λέξης. Όμως ο μεταφραστής, με κείμενο-στόχο την παράσταση, πρέπει να βρει τη μία και μοναδική, την καίρια λέξη η οποία θα φτάσει στον θεατή, τον κοινό θεατή.
Κι ερχόμαστε σύντομα στο θέμα της θεατρικότητας των σωζομένων έργων. Η λέξη θεατρικότητα είναι πολυσήμαντη και ερμηνεύεται και τονίζεται διαφορικά από διαφορετικούς ανθρώπους του θεάτρου. Είναι τα διάφορα σημεία και μέσα που χρησιμοποιούνται κατά την παράσταση ώστε το γραπτό κείμενο, τα γλωσσικά σημαίνοντα, να αποκτήσουν οπτική και ακουστική εικόνα, να γίνουν οπτικά και ακουστικά σημαίνοντα.
Πολλά από τα στοιχεία της θεατρικότητας, που χρησιμοπούντο στις αρχαίες παραστάσεις, δηλούνται με αυτό που ο Αριστοτέλης θεωρεί ένα από τα στοιχεία της τραγωδίας την όψιν, μια λέξη που ταλαιπωρήθηκε λίγο στις μεταφράσεις της ποιητικής σε διάφορες εποχές. (Δεν μπορούσαν οι Άραβες μεταφραστές για παράδειγμα και ο πολύς Αβερόης, πρώτος μεταφραστής στα Αραβικά.. να επιμείνει ή ακόμα να αντιληφθεί τη λέξη μια και θέατρο δεν υπήρχε στο χώρο του. Το ίδιο ισχύει εν πολλοίς και για το Βυζάντιο και τον μεσαίωνα. Μα κι ίδιος ο Αριστοτέλης δεν επέμενε πολύ σ’ αυτήν. Και λανθασμένα νομίζω, την περιορίζουμε στο σκηνικό και το κοστούμι, όπως συμβαίνει στα σχολικά εγχειρίδια. Η λέξη όψις σήμαινε και θέαμα, δηλαδή οτιδήποτε χαρακτηρίζει μια θεατρική παράσταση, την εικονική αναπαράσταση, τη μιμική πράξη και υποκριτική. (Μια σωστή ανάλυση του όρου υπάρχει στο βιβλίο του Χουρμουζιάδη στο βιβλίο του Όροι και μετασχηματισμοί στην αρχαία Ελληνική Τραγωδία).
Ενώ λοιπόν παλαιόθεν προσέχτηκαν και αναδύθηκαν και προσπάθησαν να αποδοθούν σε μεταγενέστερες παραστάσεις αρχαίου δράματος πολλά στοιχεία θεατρικότητα, μόνο σχετικά πρόσφατα, με πρωτεργάτη ανάμεσα στους φιλολόγους μελετητές του αρχαίου δράματος, τον Όλιβερ Τάπλιν, στο σύγγραμμά του «Η Ελληνική τραγωδία σε σκηνική παρουσία έγινε μια προσπάθεια να αποκωδικοποιηθεί η θεατρικότητα συγκεκριμένων έργων.
Κι αποκαλύφθηκε πόση και ποια θεατρικότητα έχουν τα έργα αυτά, και πόσο το αρχαίο κείμενο ήταν κάτι σαν μουσική παρτιτούρα που ανέμενε την αποκωδικοποίησή της και την ακουστική, κινητική, μουσική εκτέλεσή της.
Ο ίδιος ο λόγος στο αρχαίο δράμα είχε θεατρικότητα που δεν την έχει ο σημερινός λόγος. Οι ίδιες οι λέξεις, η προσωδία, η συντακτική δομή του κειμένου, τα σχήματα λόγου, είναι σημεία θεατρικότητας. Κι αυτά είναι που βασανίζουν τον μεταφραστή και πρέπει να τα αποκωδικοποιήσει και να τα αποδώσει στη νέα γλώσσα ή να τα υποδείξει στον σκηνοθέτη. Αυτά τα στοιχεία δηλούνται με τα σχήματα λόγου και τη χρήση των λέξεων. Ακόμα και με τα ψηφία των λέξεων: μια λέξη με αλλεπάλληλα μακρά ή βραχέα σύμφωνα, ή με μια ειδική διαδοχή βραχέων και μακρών, που μας δίδει όχι μόνο το μέτρο, αλλά και στοιχεία του πώς πρέπει να γίνει η εκφορά του λόγου. Ακόμα τα πολλά σχήματα λόγου.
Παίρνω ένα από αυτά, την παρήχηση, που είναι συχνή στα αρχαία θεατρικά κείμενο, συχνότερη από ότι πολλοί αντιλαμβάνονται και ακόμα λιγότεροι την αποκωδικοποιούν. Η παρήχηση είναι μια οδηγία το πώς πρέπει να γίνει η εκφορά του λόγου σε μια συγκεκριμένη γλωσσική ενότητα, είναι δηλαδή στοιχείο θεατρικότητας. «Τυφλός τα τ΄ ώτα τον τε νουν τά τ΄ όμματα εί»…, αλλά παρέπεμπε σε μια ειδική εκφορά του λόγου, στοιχείο θεατρικότητας δηλαδή. Εκείνο το επαναλαμβανόμενο ταυ, απηχεί ή ηχοποιεί την εχθρότητα, την περιφρόνηση του Οιδίποδα προς τον Τειρεσία (η ύβρις του)
Στον Ευριπίδη, που αρέσκεται πολύ στις παρηχήσεις. Από τη Μήδεια: Λέει η Μήδεια όταν αποφασίζει να σκοτώσει τον Γλαύκη: « σιγή δόμους εσβάσα ίνα έστρωται λέχος». Αυτό το επαναλαμβανόμενο σίγμα σαν ψίθυρος, φανερώνει τη συνωμοτικότητα της Μήδειας, τη μυστική, σιωπηλή, είσοδό της στο νυμφικό θάλαμο να διαπράξει το φονικό. Αυτή η παρήχηση του σίγμα καθοδηγεί τον ηθοποιό πώς θα πει το στίχο. Είναι οδηγία θεατρικότητας.
Και το πιο χαρακτηριστικό δείγμα παρήχησης, πάλι από την Μήδεια. Μιλά και πάλιν η Μήδεια στη συνάντησή της με τον άπιστο σύζυγό της, αυτόν που την έφερα από την άκρα της γης, την έκανε πρόσφυγα και τώρα την εγκαταλείπει. Λέει λοιπόν στο Ιάσονα:
«έσωσα σ’, ως ίσασιν Ελλήνων όσοι
ταυτόν συνεισέβησαν Αργώον σκάφος...»
Μια έντονη παρήχηση του σίγμα. Ούτε τυχαίο είναι αυτό, ούτε ανικανότητα γλωσσική του Ευριπίδη μαρτυρεί (γιατί και αυτό το είπαν παλαιότεροι φιλόλογοι μελετητές του Ευριπίδη). Είναι εσκεμμένη θεατρικότητα, δηλαδή δείχνει πώς ήθελε ο Ευριπίδης να εκφέρεται αυτό το κομμάτι λόγου, όπως κάνει σήμερα ένας σκηνοθέτης.
Βασικό λοιπόν στοιχείο της αρχαίας θεατρικότητας ήταν εκφορά του λόγου. Ο θεατής εκείνης της εποχής τα διάκρινε όλα αυτά. Ήταν εθισμένος στο κυρίαρχο τότε προφορικό λόγο, από τη θητεία του στην εκκλησία του δήμου, τη βουλή, τα δικαστήρια, την αγορά. Και επιδοκίμαζε ή αποδοκίμαζε συχνά ένα παρατραβηγμένο σχήμα λόγου, μια παρήχηση ή ένα υπερβατό ή ένα ασύνδετο σχήμα. Ο ευαίσθητος δέκτης τέτοιων αντιδράσεων του κοινού, o Αριστοφάνης ήξερε καλά αυτή την ευαισθησία του Αθηναϊκού κοινού, και την εκμεταλλεύτηκε στη σάτιρά. Για παράδειγμα κοροϊδεύοντας τον Ευριπίδη για την παρήχησή του άνεχε, πάρεχε, φέρε των Τρωάδων, γράφει στους Όρνιθες: άναγε, δίεχε, πάραγε πάρεχε...
Πώς θα την αντιμετωπίσει ο θεατρικός μεταφραστής; Ο φιλόλογος μεταφραστής-ερμηνευτής, την σχολιάζει, την επεξηγεί. Ο θεατρικός μεταφραστής αν την κρατήσει με αντίστοιχες λέξεις της νέας γλώσσας, ίσως καταλήξει σε γλωσσοδέτη, που προκαλεί θυμηδία. (Αυτό συμβαίνει και με το Σαίξπηρ. Κάποιες, παλαιότερες κυρίως μεταφράσεις, αρέσκονται σε τέτοιους γλωσσοδέτες, που είναι χαριτωμένοι σε κωμωδίες ή κωμικές σκηνές, όμως είναι και φόβος και τρόμος για τον ηθοποιό για ένα σαρδάμ). Έτσι σε ένα Αριστοφάνη μπορεί να κρατηθεί η παρήχηση. Όμως σε μια τραγική σκηνή τραγωδίας;
Δουλειά του θεατρικού μεταφραστή, λοιπόν, είναι να απο-κωδικοποιήσει η θεατρικότητα του κειμένου-πηγή. Όμως και εάν φτάσουμε ακόμα και σε πλήρη αποκωδικοποίηση της θεατρικότητας των αρχαίων δραμάτων, αυτό δε σημαίνει ότι θα μείνουμε σ΄ αυτή. Το σύγχρονο θέατρο έχει άλλη θεατρικότητα και ο σύγχρονος θεατής είναι εθισμένος με άλλα μέσα θεατρικότητας. Κυρίως δεν είναι πια εθισμένος στον προφορικό λόγο. Κάθε άλλο, τον έχει σε ήσσονα μοίρα και χρήση. Είναι εθισμένος κυρίως στην εικόνα, τους ήχους, τους θορύβους, το φωτισμό, το «γκλάμουρ».
Καθόλου, λοιπόν, παράξενο, πως πολλοί σκηνοθέτες, μένουν στα οπτικά στοιχεία μιας παράστασης.
Όπως σε όλους τους τομείς της τέχνης, έτσι και στο θέατρο υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία σήμερα αισθητικών αντιλήψεων ή σχολών: λιτή ερμηνεία και λιτό θέατρο, το σωματικό θέατρο Φυσική ερμηνεία που να πλησιάζει όσο το δυνατό περισσότερο στην καθημερινή σημειολογία, να μην έχει συνεχώς την αίσθηση ο θεατής ότι αυτό που βλέπει είναι θέατρο, η νατουραλιστική θεατρικότητα και νατουραλιστικό θέατρο, η ρεαλιστική θεατρικότητα και ρεαλιστικό θέατρο, το εξπρεσιονιστικό θέατρο, το αντιθέατρο, και τέλος ο νεομοντερνισμός.
Καταλαβαίνετε τώρα τις αντιφάσεις και τα ευτράπελα που λαμβάνουν χώρα, όταν ένας θεατρικός μεταφραστής, ιδιαίτερα όταν είναι σκηνοθέτης ή συνεργάζεται στενά με ένα σκηνοθέτη, κάνει μια μετάφραση για μια συγκεκριμένη παράσταση, μιας συγκεκριμένης σχολής, κι αυτή τη μετάφραση την πάρει ένα άλλος σκηνοθέτης και την αποδίδει με θεατρικότητα, φιλοσοφία, αισθητική άλλης σχολής. Αυτό το είδαμε σε μεταφράσεις του Γρυπάρη ή του Θρασύβουλου Σταύρου να παριστάνονται ρεαλιστικά ή εξπρεσιονιστικά ή και νεομοντέρνα. (Τσολιάς με τσαρούχια και φουστανέλα να χορεύει καντρίλιες λες και βρίσκεται στις Βερσαλλίες !...)
Μια άλλη παράμετρος που πρέπει να λάβει υπ΄ όψιν ο θεατρικός μεταφραστής είναι το ακροατήριο. Ήδη αυτό έκαναν οι κλασικοί συγγραφείς. Όταν ο Ευριπίδης χρησιμοποιεί λέξεις και όρους δικανικούς, των δικαστηρίων, είναι γιατί το ακροατήριό του ήταν εθισμένο σ΄ αυτή τη γλώσσα. Και πάλι ο Αριστοτέλης κάνει διάκριση ανάμεσα στους πεπαιδευμένους θεατές και τους απαίδευτους. Και φαίνεται πως οι μεταφραστές του 19ου και μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, δικοί μας και ξένοι, απευθύνονταν σε πεπαιδευμένους θεατές, μάλλον αναγνώστες, για να μην πω σε πολύ πεπαιδευμένους.
Ο μεταφραστής ανά πάσα στιγμή πρέπει να έχει στο νου του την παρουσία του κοινό , σε πιο κοινό απευθύνεται η μετάφραση του. Ομολογώ ότι στις μεταφράσεις μου για τον ΘΟΚ, τις προορισμένες για το κοινό της Κύπρου, χρησιμοποίησα κάποιες διαλεκτικές λέξεις ή κάποιες χαρακτηριστικές καταλήξεις, όπου βέβαια το κείμενο και το πρόσωπο του δράματος το επέτρεπε. Στον Αγγελιοφόρο των Ικέτιδων είχα καταλήξεις όπως θωρούσιν, χτυπούσιν... ΄Η σε κάποιο χορικό των μανάδων οι οποίες ζητούν τα παιδιά τους για ταφή, παρεμβλήθηκε η λέξη αγνοούμενοι που ήταν (και είναι ακόμα) τα δράμα χιλιάδων μανάδων και συγγενών μετά την Τουρκική εισβολή.
Από την ελλιπή γνώση της θεατρικότητας των αρχαίων κειμένων, που οδηγούσε σε μουσειακές παραστάσεις, φτάσαμε στο άλλο άκρο: Στην πλήρη επιβολή σύγχρονης θεατρικότητας, ερήμην του κειμένου ή ακόμα χειρότερα κόντρα στο κείμενο. Αυθαίρετες ερμηνείες, που φτάνουν όχι σπάνια σε προδοσία του πνεύματος του συγγραφέα και του έργου του.
Το θέατρο, τα τελευταία χρόνια άλλαξε ραγδαία και ως γραφή, και ως υποκριτική, και ως αισθητική και ως χώρος, ακόμα. Αλλαγές που πρέπει να τις δεχθούμε, είτε το θέλουμε είτε όχι, όπως δεχόμαστε τις ραγδαίες και δραματικές αλλαγές στη ζωή μας. Όμως, η καινούργια, η σύγχρονη υποκριτική, θεατρικότητα, αισθητική, πρέπει να εκφράζεται με καινούργια κείμενα. Δεν μπορεί ένα κείμενο του 5ου αιώνα π.χ., με μια συγκεκριμένη θεατρικότητα, να αποδίδεται, να παριστάνεται με μια ακραία σημερινή θεατρικότητα. Υπάρχουν κάποια όρια που επιβάλλει το ίδιο το κείμενο, γιατί τονίζομε, ένα αρχαίο κείμενο, είναι ένα κείμενο και πολιτισμός, και άποψη ζωής, και αισθητική συγχρόνως.
Έργο του θεατρικού μεταφραστή είναι να αποκωδικοποιήσει τη θεατρικότητα που ενυπάρχει στο κείμενο, όπως σύντομα είπαμε πριν, να προσπαθήσει να την αποδώσει με σύγχρονους τρόπους, και να υποδείξει στον σκηνοθέτη τη θεατρικότητα αυτή, αλλά και τον πολιτισμό, τη φιλοσοφία, την αισθητική και τη στάση ζωής που κουβαλάει το κείμενο. Και πάνω από όλα σεβασμός στο κείμενο, στο συγγραφέα και ο πνεύμα σου. Ξέρετε, έχω μια απορία: Υπάρχει ένα σεβασμός και μια προστασία των άλλων έργων τέχνης της αρχαιότητας. Και ουδείς σκέφτηκε να βάψει τον Παρθενώνα ή την Αφροδίτη, παρ’ όλο που είχαν χρώματα. Απαιτείται σεβασμός και προστατεύονται τα αρχαία θέατρα ως χώροι, όπως το θέατρο της Επιδαύρου. Και μπαίνουν κάποια όρια στους ευφάνταστους, ρηξικέλευθους, πολλοί ημιμαθείς, σκηνοθέτες. Δεν μπορεί να γίνει κάτι παρόμοιο για τα αρχαία κείμενα; Αμέσως θα μου πείτε: Λογοκρισία; Και ποια είναι αυτά τα όρια, και ποιος θα τα καθορίσει;
Με όση δύναμη διαθέτω, με την πολυετή, έστω δασκαλίστικη, θητεία μου στα κείμενα, λέγω πως κριτήριο και όριο είναι τα ίδια τα κείμενα. Για να μεταφερθεί ένα έργο προορισμένο για θεατρική παράσταση σε μια μακρινή εποχή, όχι μόνο του 5ου αιώνα προ Χριστού, σε μια παράσταση σήμερα, με τα σημερινά τεχνικά μέσα και τη σημερινή θεατρικότητα, πρέπει να προηγηθεί βαθιά μελέτη και ερμηνεία του κειμένου, που επαναλαμβάνω είναι εάν κείμενο-πολιτισμός. Μόνο όταν γνωρίζεις κάτι καλά, μπορεί να το αλλάξεις. Οι αλλαγές κι οι εκσυγχρονισμοί προϋποθέτουν πλήρη γνώση αυτού που θα αλλάξεις και θα εκσυγχρονίσεις. Η ημιμάθεια, η ελλιπής και επιφανειακή γνώση, οδηγεί σε προδοσία του προτύπου, της πηγής. (Παλιά ασθένεια. Ήδη την επεσήμανε ο Αριστοτέλης). Κι αυτό το βλέπουμε συχνά να συμβαίνει, όσο κι αν το σύγχρονο θεατρικό οπλοστάσιο, του επιχειρούντος την μεταφορά ενός κειμένου-πηγής είναι πανίσχυρο, πλουσιότατο, έστω ιδιοφυές, όταν δουλέψει ερήμην του αρχικού κειμένου.
Είναι μεγάλη η ευθύνη σ΄ αυτό ημών των φιλολόγων μεταφραστών.
Παραφράζοντας κάπως τους στίχους του Αριστοφάνη από τους βατράχους, θα έλεγα, γι αυτούς που ασελγούσιν στη τραγωδία:
Άγε δή Αισχύλε χώρει,
Σώζε τραγωδίαν γνώμαις αγαθαίς
Και παίδευσον τους ανοήτους.
Πολλοί δε εισίν.
Σημείωση του επιμελητή της ιστοσελίδας
Το κείμενο αποτελεί την εισήγηση του στην επιστημονική ημερίδα αφιερωμένη στις μεταφράσεις του αρχαίου δράματος που διοργάνωσε το Κέντρο Αρχαίου Δράματος «Δεσμοί» την 1η Σεπτεμβρίου 2007, με άξονα τη διερεύνηση τόσο των πρακτικών εγχειρημάτων που εκκινούν από το αρχαιοελληνικό δραματολόγιο, όσο και της επίδρασης του αρχαιοελληνικού δράματος στο παγκόσμιο πολιτιστικό και πνευματικό τοπίο στα πλαίσια του ετήσιου θεσμού «Αισχύλεια» του Δήμου Ελευσίνας. Στην ημερίδα συμμετείχαν οι αρμοδιότεροι της Ελλάδας στο αρχαίο δράμα οι μεταφραστές, φιλόλογοι, συγγραφείς, θεατρολόγοι, σκηνοθέτες, ηθοποιοί : Κώστας Γεωργουσόπουλος, Γιώργης Γιατρομανωλάκης, Έλσα Ανδριανού, Θεόδωρος Στεφανόπουλος Παύλος Μάτεσις, Νικολέτα Φριντζήλα, Στρατής Πασχάλης, Σπύρος Ευαγγελάτος, Λυδία Κονιόρδου, Γιώργος Μιχαηλίδης, Νίκος Χουρμουζιάδης, Ασπασία Παπαθανασίου, Γιώργος Αρμένης, Μάρθα Φριντζήλα και ο Σωτήρης Χατζάκης. Βέβαια και ο Κωστής Κολώτας

Αισχύλεια 2007. Κωστής Κολώτας-Λυδία Κονιόρδου

Πέμπτη 20 Μαΐου 2010

Ο καταπιεσμένος καταπιεστής

Λέγαμε λοιπόν χθες για τους μετανάστες όλων των εποχών. Πολλές φορές μέσα στην ιστορία όλων των λαών, άνθρωποι φεύγανε από τη πατρίδα τους για να αναζητήσουν μια καλύτερη ζωή σε άλλους τόπους. Πολλοί από αυτούς δεν έφταναν ποτέ στο προορισμό τους γιατί πέθαιναν από τις κακουχίες της πορείας: φουρτουνιασμένες θάλασσες, άγριοι καιροί, ληστές, πείνα, αρρώστιες, στερήσεις. Τότε ήτανε καράβια που βουλιάζανε, τώρα είναι πάλι πλεούμενα που τα κυνηγούν οι ακτοφυλακές ή φορτηγά φέρετρα.
Κι όταν κάποτε φτάνανε στον προορισμό τους, τη χώρα των ονείρων τους, την γη της επαγγελίας, ήτανε συχνά ανεπιθύμητοι μετανάστες και υφίσταντο διώξεις από τις τοπικές αρχές. Αλλά και όταν τους είχαν ανάγκη για να τους χρησιμοποιήσουν στην παραγωγή, ως φτηνά και δίχως απαιτήσεις εργατικά χέρια, και πάλι κατά κανόνα αντιμετώπιζαν την προκατάληψη, τον ρατσισμό της κοινωνίας. Οι πρώτοι Έλληνες και Ιταλοί μετανάστες στην Αμερική, εθεωρούντο η πηγή όλων των εγκλημάτων και όλων των κακών. Ναι, αυτό σας θυμίζει τη δική μας στάση απέναντι στους ξένους εργάτες, απέναντι για παράδειγμα στους Ποντίους. Η λέξη Έλληνας και Ιταλός, ήταν συνώνυμη σε πολλές πολιτείες με τον εγκληματία! Το ίδιο σε μεγάλο βαθμό συνέβαινε και με τον Ιρλανδό και τον Ισπανό μετανάστη. Η παγκόσμια λογοτεχνία είναι γεμάτη από τις διώξεις Ευρωπαίων μεταναστών.
Σήμερα οι Ευρωπαίοι γίνανε διώκτες Ασιατών μεταναστών. Αλλάξανε ρόλους. Συμβαίνει συχνά αυτό μέσα στην ιστορία. καταπιεσμένοι λαοί, που όταν ευημερήσουν, όταν αποκτήσουν δύναμη γίνονται καταπιεστές. Το ίδιο γίνεται και με κοινωνικές τάξεις ή ομάδες: Μια καταπιεσμένη τάξη ή κοινωνική ομάδα, όταν καταφέρει να απελευθερωθεί από την καταπίεση, γίνεται εκείνη καταπιεστής. Ένα μεγάλος Λατινοαμερικάνος παιδαγωγός, ο Πάουλο Φρέϊρε, έγραψε γι’ αυτό το φαινόμενο του καταπιεσμένου, που εσωτερικεύει, βάζει μέσα του τον καταπιεστή, για να γίνει ο ίδιος καταπιεστής όταν απελευθερωθεί.
Θα συνεχίσουμε σ΄ αυτό το θέμα.
Παρασκευή 23.06.2000

Ας μεν το ξεχνάμε

Ηταν φοβερό αυτό που συνέβη με τους λαθρομετανάστες στην προσπάθειά τους για μια καλύτερη ζωή. Το πέρασμα των στενών από την Ηπειρωτική Ευρώπη στην Αγγλία, ένα πέρασμα από τη μίζερη ζωή, τη στέρηση, τη φτώχια, σε ένα παράδεισο, όπως πίστευαν αυτοί που το αποπειράθηκαν, έγινε στο τέλος πέρασμα από τη ζωή στο θάνατο.
Πολλές φορές μέσα στην Ιστορία έχουμε τέτοιες προσπάθειες να περάσουν άνθρωποι σε ένα άλλο κόσμο, για μια καλύτερη ζωή. Αριθμεί ιστορία αιώνων αυτή η φυγή. Αν πάμε στην αρχαιότητα θα δούμε τους αποικισμούς των Ελλήνων σε όλη τη Μεσόγειο. Χιλιάδες ξεκινούσαν, αλλά πολύ λίγοι έφτανα στον προορισμό τους. Η Σκύλλα και Χάρυβδις, οι Λαιστρυγόνες, οι Κύκλωπες, ο θυμωμένος Ποσειδώνας, έστελλαν στο θάνατο τους περισσότερους.
Ύστερα, στα νεώτερα χρόνια, έχουμε τα κύματα των μεταναστών προς τις νέες χώρες, κυρίως την Αμερική. Τώρα οι μετανάστες είναι Κινέζοι και Ιρακινοί, και Πακιστανοί και Ανατολικοευρωπαίοι. Τότε ήσαν Ιταλοί και Έλληνες και Ιρλανδοί, Ισπανοί και Πορτογάλοι. Και τους θέριζαν τότε οι αρρώστιες, οι κακουχίες και κατά το ταξίδι και όταν έφτανα στον πολυπόθητο τόπο των ονείρων τους.
Πάντα λοιπόν υπήρχαν άνθρωποι που φεύγανε για το άγνωστο, για μια καλύτερη τύχη. Και πάντα υπήρχαν αυτοί που πλήρωναν με τη ζωή τους αυτή τη φυγή. Ας μη το ξεχνάνε οι αμείλικτοι διώκτες των λεγομένων οικονομικών ή λαθρομεταναστών. Ας μην ξεχνάνε οι Ιταλοί και οι Ολλανδοί και οι Άγγλοι κι εμείς οι Έλληνες, ότι κάποιες δεκαετίες πριν, ήτανε πρόγονοί τους, ήτανε Ιταλοί και Ολλανδοί και Άγγλοι και Έλληνες οι μετανάστες.
Αλλά κι εμείς εδώ στην Κύπρο, που καμιά φορά αγανακτούμε και δεν συμπεριφερόμαστε και τόσο ανθρώπινα, ας μην ξεχνάμε, πως πριν όχι πολλά χρόνια, κάποιος παππούς μας ή ακόμα και αδελφός μας, ήταν τέτοιος μετανάστης στην Αγγλία ή την Αμερική, κι ήτανε στόχος ντόπιων ρατσιστών και τους κυνηγούσε η αστυνομία κι οι υπηρεσίες αλλοδαπών. Ας μεν το ξεχνάμε.
Πέμπτη 22.06.2000

Κυριακή 16 Μαΐου 2010

Σπύρος, ο πάντοτε παρών

Πολλά ειπώθηκαν και πολλά θα γράφτηκαν αυτές τις μέρες για τον Σπύρο Κυπριανού. Έτσι γίνεται με τους πολιτικούς. Περνούν μια ζωή συνήθως μέσα σε καταιγίδες, φουρτούνες, αέρηδες. Μια συνεχής σύγκρουση είναι η ζωή και η σταδιοδρομία ενός πολιτικού ανδρός, ιδιαίτερα στα μέρη μας, στη Μεσόγειο, στα Βαλκάνια.
Ο Σπύρος δεν αποτελούσε εξαίρεση. Κάθε άλλο. Οι τρικυμίες κι οι αέρηδες ήταν συχνό φαινόμενο στην πολιτική του σταδιοδρομία, για να μην πω ότι ήταν πάντα μαζί του, τον συνόδευαν από τότε που πρωτομπήκε στον πολιτικό βίο. Και η πολιτική ήτανε βίος και βίωμα, ήτανε η ίδια η ζωή του, από τα εφηβικά του χρόνια, μέχρι την τελευταία του πνοή. Τον θυμάμαι έφηβο να στέκεται εκεί στα σκαλιά της εσωτερικής αυλής τού τότε Ελληνικού Γυμνασίου Λεμεσού. Ήτανε τότε εκταίος και μιλούσε σε όλους τους μαθητές. Και ακούγαμε με θαυμασμό. Και χειροκροτούσαμε και ζητωκραυγάζαμε μαζί του. Τότε, που ήμασταν μια αποικία της Αγγλίας, και μιλούσε ο Σπύρος για το ενωτικό δημοψήφισμα.
Από τα εφηβικά του χρόνια, λοιπόν, ήτανε πάντα παρών ο Σπύρος στο πολιτικό γίγνεσθαι αυτού του τόπου. Οι γενιές που θάρθουν μπορεί να του βρούνε λάθη. Μπορεί να του βρούνε παραλείψεις ή άστοχες ενέργειες. Ποιος πολιτικός δεν βαρύνεται με λάθη; Και ποιος πολιτικός δεν ένιωσε κάποτε την πίκρα από το λαό του; Όμως εκείνο που δεν μπορεί κανείς να του αρνηθεί είναι ότι ήταν πάντοτε παρών! Δεν απουσίασε ποτέ από κανένα γεγονός, από καμιά στιγμή της πορείας των τελευταίων πενήντα χρόνων αυτού του τόπου. Κι όταν άλλοι κουράστηκαν ή σώπασαν ή συμβιβάστηκαν, ή αποφάσισαν να συμβιβαστούν, ο Σπύρος δεν είπε κουράστηκα, δε σώπασε, δε συμβιβάστηκε, δε λιποτάκτησε, δεν απουσίασε. Και πλήρωσε, πολλές φορές, βαρύ τίμημα γι αυτή τη στάση του.
Κι άλλες φορές, από αυτήν εδώ τη στήλη, θυμηθήκαμε τον Θουκυδίδη και τον ορισμό του σωστού πολιτικού ανδρός, όπως τον διασώζει με το στόμα του μεγάλου Περικλή. Ήταν ο τελευταίος λόγος τού ηγέτη της Αθηναϊκής Πολιτείας. Οι Αθηναίοι απελπισμένοι από τις κακουχίες του πολέμου που μόλις είχε αρχίσει, και κυρίως από το φοβερό λοιμό που έπνιξε την πόλη και θέριζε τον πληθυσμό, τα βάλανε με το Περικλή, ότι ήταν αίτιος για όλα τα δεινά τους, τον κατεβάσανε από το αξίωμά του και του βάλανε και πρόστιμο. Μιλώντας λοιπόν στους οργισμένους Αθηναίους ο ηγέτης που για δεκαπέντε χρόνια τον σήκωναν στα χέρια και τώρα τον λιθοβολούσαν, τους είπε πολλά, κατά τη γνώμη μου κάποια από αυτά πιο σημαντικά από ότι στον Επιτάφιό του. Κι ανάμεσα στα άλλα έδωσε και τον ορισμό τού σωστού ή του ιδανικού πολιτικού. « Γνώναι τα δέοντα και ερμηνεύσαι ταύτα, φιλόπολις και χρημάτων κρείσσων». Να ξέρει τα δέοντα, τι πρέπει να γίνει, και να μπορεί να τα εξηγήσει και να πείσει για τη γνώμη του, να αγαπά τη χώρα του, και είναι ανώτερος χρημάτων, να είναι αδέκαστος.
Είναι δύσκολο να βρούμε μέσα στην ιστορία τον ιδανικό πολιτικό. Είναι αυτό ιδιαίτερα δύσκολο στους καιρούς μας. Και είναι ευδαιμονία για τον τόπο εκείνο όπου οι πολιτικοί του πλησιάζουν όσο το δυνατό πιο πολύ τον ιδανικό πολιτικό ή δεν παρεκκλίνουν πολύ από αυτόν. Είναι νωρίς ακόμα να κρίνουμε τον πολιτικό Σπύρο Κυπριανού με το μέτρο αυτό. Υπάρχει η συναισθηματική φόρτιση που εμποδίζει την αντικειμενική κρίση.
Όμως αν πρέπει σήμερα να δώσει κανείς ένα, έστω πρόωρο, χαρακτηρισμό της πολυτάραχης πολιτικής σταδιοδρομίας του, της σύμφυτης με την πολυτάραχη εποχή που έζησε, αυτά τα επιγραμματικά λόγια ταιριάζουν: Ο πάντοτε αγωνιζόμενος, ο ουδέποτε λιποτακτήσας, ο πάντοτε παρών.

ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ  ΜΑΡΤΙΟΣ 2002

Κυριακή 9 Μαΐου 2010

ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΜΕ ΕΝΑ ΦΙΛΟ ΣΤΟ ΚΑΝΑΛΙ6 : Ημέρα της Μητέρας

Χτες ήταν η παγκόσμια μέρα της μητέρας. Δεν είχαμε εκπομπή, ούτε και σχόλιο. Έτσι, ας αφιερώσουμε σήμερα λίγα λεπτά σ΄ αυτή την άγια μορφή, που έχει ένα τόσο βασικό ρόλο μέσα στην κοινωνία. Στην κοινωνία όλων των εποχών και όλων των λαών. Ειδικά στον Ελληνικό λαό, η μάνα θεοποιήθηκε και λατρεύτηκε από τα πανάρχαια χρόνια: Ως μάνα Γη, ως Κυβέλη, ως Δήμητρα, ως Παναγιά.

Σε κάθε εποχή, λοιπόν, η μάνα τιμήθηκε, υμνήθηκε, μα πάνω από όλα αγαπήθηκε. Και της αξίζουν και τιμές, και ύμνοι και αγάπη. Μια αγάπη που είναι μια ελάχιστη επιστροφή της αγάπης που πρώτη αυτή δίνει στον άνθρωπο όταν πρωτοέλθει στη γη. Κι ακόμα, πριν γεννηθεί, μόλις κυοφορηθεί.
Η μάνα που, δυστυχώς, ενώ πέρασαν τόσοι αιώνες, δεν έπαψε ακόμα να πονάει, να υποφέρει για τα παιδιά της.
Την είδαμε πριν λίγες μέρες εκεί στο Ιράκ, να τρέχει με καταματωμένο παιδί της στην αγκαλιά, κτυπημένη από την ωμή βία. Ας στρέψουμε την προσοχή μας εφέτος σε κείνη τη τραγική μάνα του Ιρακινού παιδιού, εκείνου με τα δυο κομμένα χέρια και το καμένο κορμάκι.
Κι ας στρέψουμε τη προσοχή μας, εδώ στον τόπο μας, στην μάνα του αγνοούμενου, που 30 χρόνια περιμένει ένα μήνυμα για το χαμένο παιδί της.
Κι ακόμα ας σκεφτούμε την μάνα του έφηβου ή του νέου, που μια διεθνής εγκληματική οργάνωση, τον έριξε στη θανάσιμη συνήθεια των ναρκωτικών.
Σ΄ όλες τις εποχές, ότι κακό κι αν ξεσπούσε στη ανθρωπότητα ή σε ένα κράτος, σε μια κοινωνία ή σε μια οικογένεια, μια θεομηνία ή μια αρρώστια, ο πόλεμος ή το έγκλημα, η μάνα ήταν το πιο τραγικό θύμα.
Ο Ελληνισμός όπως είπα πριν, από τα πανάρχαια χρόνια θεοποίησε ή αγιοποίησε, ύμνησε, τίμησε και αγάπησε αυτή τη μορφή μάνας. Το αποκορύφωμα, βέβαια, είναι η μορφή της παναγίας, που είναι το πιο ιερό, και το πιο αγαπημένο πρόσωπο της Ορθοδοξίας.

                                     Καρδιά της Μάνας
                                    Του Ζαν Ρισπέν- Μετάφραση Άγγελου Βλάχου

Ένα παιδί , μοναχοπαίδι, αγόρι,
αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη
- δεν αγαπώ, του λέει, εγώ παιδιά
- μα αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου,
της μάνας σου να φέρεις την καρδιά,
να ρίξω να τη φάει το σκυλί μου…
Τρέχει ο γιος τη μάνα του σκοτώνει
και την καρδιά τραβάει και ξεριζώνει.
Και τρέχει να την πάει
Μα σκοντάφτει και πέφτει ο νιος κατάχαμα με δαύτη.
Κυλάει ο νιος και η καρδιά κυλάει
Και την ακούν να κλαίει και να μιλάει…
Μιλάει η καρδιά της μάνας στο παιδί και λέει:
«εχτύπησες αγόρι μου»;
Και κλαίει….

Εκπομπή Δευτέρα 12 Μαΐου 2003

Προς Διδασκομένους

Του Γ. Σέρτη

ΩΣ ΕΠΙΜΝΗΜΟΣΥΝΗ συναφορά στον εκδημήσαντα Δάσκαλο Κωστή Κολώτα και όσα –πληθωρικά υπηρέτησε στον ξάγρυπνο βίο του. Καλός ακροατής παρακολουθούσε σε μια -από τις πολλές- συζήτηση συναδέλφων του για τη «νεανική παραβατικότητα»· μόνιμη η έγνοια και ο προβληματσμός των εκπαιδευτικών, ακραίες οι απόψεις που ακούστηκαν -«σε τίποτε δεν φταιν οι νέοι», «να επανιδρύσουμε σωφρονιστήρια» κ.λπ.- χαμογέλασε ο Κωστής Κολώτας και επιγραμματικά τοποθετήθηκε:
– Πίσω από κάθε εκτροπή υπάρχουν πλάτες!
Απόλυτη σιωπή από τους γύρω του· ήξεραν τι θ’ ακολουθούσε: η αναλυτική-συνθετική του Δασκάλου. Με τα ιστορικά παραδείγματα και τις συγκεκριμένες αναφορές.
Όντως! Εξήγησε ο Δάσκαλος: Αν εξαιρέσουμε ελάχιστες περιπτώσεις -ψυχοπνευματικές ανισορροπίες- κανένας ενήλικος ή ανήλικος δεν εκτρέπεται, αν δεν έχει πλάτες. Και από το μέρος επεκτάθηκε στο όλον: από τις παιδικές αταξίες κατέληξε στις εκτρεπόμενες εξουσίες και στα αυταρχικά κράτη. Με κατακλείδα:
– Γι’ αυτό ο Πλάτωνας κατέληξε ότι πρέπει να κυβερνούν οι φιλόσοφοι!
Όσοι μοίρασαν αντίδωρο τη ζωή τους -ως γονιοί ή ως δάσκαλοι- ξέρουν πως -πράγματι- η εφηβική παρόρμηση κινείται ανάλογα με τα πρότυπα που την περιβάλλουν.
Έτσι:
Αν βιώνουν την ατιμωρησία -οι νόμοι να ισχύουν για τους ανυπεράσπιστους και να περιφρονούνται από όσους έχουν πλάτες ανάλογα θα κινηθούν: πρώτα να διασφαλίσουν τις πλάτες, κι έπειτα να περιφρονήσουν τους νόμους.
Λοιπόν:
Ο Κωστής Κολώτας ολόκληρη ζωή μάς δίδαξε, και πρέπει να τον αποχαιρετήσουμε ως αρμόζει:
«Διδασκάλους ζητητέον τοις τέκνοις, οί και τοις βίοις εισίν αδιάβλητοι και τοις τρόποις ανεπίληπτοι και ταις εμπειρίαις άριστοι».
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ

ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ 17 Μαρτίου 2010

Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η ΔΗΜΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ 15 Μαρτίου 2010


Το Δημοτικό Συμβούλιο σε σημερινή έκτακτη συνεδρίαση του, συμμετέχοντας στο πάνδημο πένθος για το θάνατο του α. Κωστή Κολώτα, αποφάσισε όπως στην κηδεία του που θα γίνει αύριο στις 1.30 μ.μ. από τον ιερό ναό Αγίας Τριάδας, εκπροσωπηθεί με όλα τα μέλη του, ενώ οι εκπρόσωποι των ομάδων του Συμβουλίου θα καταθέσουν στεφάνια. Ο Δήμαρχος θα τον αποχαιρετίσει εκ μέρους ολόκληρης της πόλης, ενώ οι σημαίες στο Δημοτικό Μέγαρο θα κυματίζουν μεσίστιες.
Το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε επίσης όπως το όνομα του α. Κωστή Κολώτα συνδεθεί με κάποια από τις αίθουσες του Θεατρικού Μουσείου Κύπρου, ενώ σε αμέσως επόμενο στάδιο θα ληφθούν αποφάσεις για την ανάλογη και αντάξια προβολή του έργου και της προσφοράς του μεγάλου δασκάλου της πόλης.
ΑΠΟ ΤΟ ΔΗΜΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

Η Ανατολή μας (β)


Λέγαμε, λοιπόν,  πως εδώ κοντά μας άνθισαν πολιτισμοί πανάρχαιοι, όπως ο Αιγυπτιακός, που πρέπει να τους γνωρίσουμε, γιατί άφησαν θαυμαστά δημιουργήματα αλλά και γιατί επέδρασαν στο δικό μας πολιτισμό και σ’ αυτό που είμαστε. Και δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε ή να χάσουμε ούτε εμείς ούτε ο αξεπέραστος ελληνικός πολιτισμός, αν παραδεχθούμε το μεγαλείο των πολιτισμών αυτών και την οφειλή μας σ΄ αυτούς. Κι ακόμα λέγαμε πως η γνώση αυτή θα μας βοηθήσει να πάμε πολιτισμικά αρματωμένοι στο χωνευτήρι της Ευρώπης, όπου παρατηρείται μια τάση, μια έντονη τάση, να περιορισθεί και η ιστορία της, αλλά και η γεωγραφική της έκταση. Πριν λίγα χρόνια είχε γραφεί μια ιστορία της Ευρώπης που προοριζόταν να αποτελέσει πρότυπο για συγγραφή παρόμοιων βιβλίων ιστορίας από τις χώρες μέλη. Η ιστορία λοιπόν εκείνη άρχιζε από το 800 μ. Χρ., από τα χρόνια της ιδρύσεως της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Καρλομάγνου. Καμιά αναφορά δε γινόταν στη συμβολή του Ελληνικού πνεύματος και του Ελληνικού πολιτισμού στη διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Και βέβαια ούτε λόγος για επιδράσεις και δάνεια από την Ανατολή.
Ακόμα και γεωγραφικώς η Ελλάδα και γενικά τα Βαλκάνια τοποθετούνται έξω από τον γεωγραφικό χώρο της Ευρώπης. Χαρακτηριστικό είναι πως ακόμα και για τη Νότιο Ιταλία και τη Σικελία υπάρχει έντονη άποψη να παραμείνουν εκτός της Ευρωπαϊκής πολιτιστικής παραδόσεως, γιατί για αιώνες κυριαρχούσε εκεί το Ελληνικό στοιχείο!
Αλλά και στο σχεδιαζόμενο Ευρωπαϊκό Μουσείο έμενε εκτός ο Ελληνικός πολιτισμός ως Ανατολικός και μη Ευρωπαϊκός. Η αντίδραση της Ελλάδος ματαίωσε προσωρινά τα σχέδια, που είναι βέβαιο ότι κάποτε θα επανέλθουν.
Καλά είναι να γνωρίζουμε αυτές τις ιδέες κι αυτές τις τάσεις, ιδιαίτερα όσοι παθιάζονται με την, αναπόφευκτη ίσως, ένταξή μας στην Ευρώπη. Και μπροστά στον πολιτιστικό και πολιτικό ρατσισμό (αφήνω τον οικονομικό στραγγαλισμό) των κεντροευρωπαίων, είναι ανάγκη, επαναλαμβάνω, να αρματωθούμε πολιτισμικά, να γνωρίσουμε αυτό που είμαστε. Κι είμαστε αυτό που έγραψε ο μεγάλος Αλεξανδρινός, ο Καβάφης, σε ένα ποίημά του:
«Ας την παραδεχθούμε την αλήθεια πια.
Είμεθα έλληνες κι εμείς, τι άλλο είμεθα.
Αλλά με αγάπες και με συγκινήσεις της Ασίας....
Το αίμα της Συρίας και της Αιγύπτου/ που ρέει στις φλέβες μας να μην ντραπούμε,
να το τιμήσουμε και να το καυχηθούμε...»
(Εφημερίδα ΠΟΛΙΤΗΣ 13 Νοεμβρίου 2000)

Η Ανατολή μας


Μεγαλώσαμε με τον Παρθενώνα, τον Ερμή του Πραξιτέλους, το θέατρο της Σαλαμίνας και των Σόλων, τον Όμηρο, τον Αισχύλο, τον Σοφοκλή, τον Ευριπίδη. Τον κραταιό Δία, τον πάντα θυμωμένο Ποσειδώνα, τη σοφή Αθηνά και την άτακτη Αφροδίτη, τον Απόλλωνα και τις Μούσες του. Κι ήταν πράγματι γερή παιδεία και ευδαιμονία ψυχής. Σ΄ εκείνο τον κόσμο περιστρέφονταν τα θέματα των εκθέσεων στα Νέα Ελληνικά, τα κείμενα στα Αρχαία, το μάθημα της Ιστορία. Ακόμα και στο μάθημα της τέχνης όπου καλούμαστε να αντιγράψουμε αρχαία αγάλματα και αγγεία, πάντοτε ανεπιτυχώς οι πιο πολλοί από μας, μεταξύ των οποίων και ο γράφων. Η σημερινή γενιά μεγαλώνει με την Ευρώπη. Μια ευρωπομανία, θα έλεγα, αν και αντιπαθώ αυτά τα σύνθετα με τη λέξη μανία. Στο μάθημα της Ιστορίας και ειδικά στο μάθημα των Νέων Ελληνικών ποτέ δεν λείπουν τα δοκίμια και τα θέματα εκθέσεων γύρο από την Ευρώπη και πιο συγκεκριμένα, την Ενωμένη Ευρώπη. Γενικά βλέπουμε μια προσπάθεια να δούνε οι μαθητές στην Ευρώπη το μέλλον της ανθρωπότητας αλλά και το δικό μας μέλλον. Δίχως την Ευρώπη θα χαθούμε. Και μια αγχώδης προσπάθεια να πείσουμε ότι ανήκουμε στην Ευρώπη, είμαστε Ευρωπαίοι, το ακραίο ανατολικό Ευρωπαϊκό σύνορο.
Όμως εδώ στην περιοχή μας, δίπλα μας, μια ανάσα από τα ακρογιάλια μας, άνθισαν πολιτισμοί σε χρόνους πολύ παλιούς, πολύ πριν από το δικό μας, τον θαυμάσιο Ελληνικό πολιτισμό, κι όταν η Ευρώπη των ονείρων μας βρισκόταν ακόμα στα σκοτάδια της προϊστορίας. Ένας από αυτούς είναι και ο αρχαίος Αιγυπτιακός πολιτισμός. Δυο χιλιάδες χρόνια πριν από τον Παρθενώνα, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι έκτιζαν τις πυραμίδες και τους ναούς των θεών τους. Χιλιάδες χρόνια πριν αρχίσουν ίσως ακόμα να μιλούν οι Ευρωπαίοι, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι ανακάλυπταν τη γραφή. Κάποιους αιώνες πριν ανέβουν στον Όλυμπο οι Έλληνες θεοί, οι Αιγύπτιοι είχαν μια οργανωμένη θρησκεία και έκαναν μια εκπληκτική, για κείνη τη μακρινή εποχή, προσπάθεια να ερμηνεύσουν τον κόσμο. Αυτή η θρησκεία κι αυτή η ερμηνεία του κόσμου σε πολλά σημεία είναι πρόδρομος της θρησκείας των Ελλήνων και της προσπάθειάς τους να βάλουν σε τάξη το χάος, να δημιουργήσουν από το χάος ένα κόσμο.
Δεν χάνει τίποτα ο άξιος θαυμασμού δικός μας πολιτισμός, αν γνωρίσουμε και κείνους τους Ανατολικούς πολιτισμούς. Έχουμε πολλά να μάθουμε όταν τους πλησιάσουμε και τους αγαπήσουμε. Σίγουρα θα πάμε πιο συνετοί, πιο ηθικά και πνευματικά αρματωμένοι, στο χωνευτήρι της Ευρώπης (κι αυτό είναι σημαντικό για την πολιτισμική μας επιβίωση), αν γνωρίσουμε τι πολιτισμούς κουβαλάει αυτή η Ανατολή που πολλές φορές αγνωμόνως και με πολιτισμικό αρχοντοχωριατισμό την αρνούμαστε.
Θα επανέλθω
(Εφημερίδα ΠΟΛΙΤΗΣ 6 Νοεμβρίου 2000)

Σάββατο 8 Μαΐου 2010

Εκπομή "Καλό μεσημέρι" από το Κανάλι 6 - Δευτέρα 9.Φεβρουαρίου.1998

Καλώς σας βρήκα και καλώς ευρέθημαν αγαπητοί μου ακροατές.
Επιστρέφω από ένα ταξίδι. Και κάθε ταξίδι μου μας κάνει ίσως πιο σοφούς. Παλιότερα θαύμαζαν έναν πολυταξιδεμένο άνθρωπο. Άλλωστε και είναι αιώνιο πρότυπο του μακρινού πρόγονού μας του Οδυσσέα που το μακροχρόνιο ταξίδι του έδωσε την ευκαιρία να μάθει πολλά. Ήδη από τους πρώτους στίχους της Οδύσσειας ο ΄Όμηρος δεν παραλείπει να μας τονίσει πως στις περιπλανήσεις του ο Οδυσσέας “πολλών ανθρώπων είδεν άστεα και νόον έγνω….” . Είδε τις πόλεις πολλών ανθρώπων και γνώρισε τον τρόπο που σκέφτονται…..
Κι ο νεώτερός μας ποιητής ο Κωνσταντίνος Καβάφης σε ένα από τα πιο γνωστά του ποιήματα, την Ιθάκη, μιλά για τις εμπειρίες, τις γνώσεις, τη σοφία που χαρίζει ένα ταξίδι. Μάλιστα θεωρεί τις εμπειρίες και τη σοφία από το ταξίδι, πιο σημαντικές από τον ίδιο τον προορισμό…..
“Να μάθεις και να μάθεις…….” Μας συμβουλεύει ο Καβάφης.
Και τελειώνοντας μας τονίζει και πάλι “…..έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα, ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τί σημαίνουν…..”
Έτσι λοιπόν, ο καβάφης συμβουλεύει το καθένα μας όταν βγει για ένα ταξίδι…. “ Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος……..”
Έτσι λοιπόν, ήταν κάπως μακρύς κι ο δρόμος του ομιλούντος. Όμως τέλειωσε. Και ξαναρχίζουμε πάλι και όπως είπα και στη αρχή, καλώς ευρέθημαν……. ( Τ ρ α γ ο ύ δ ι)
Μίλησα λοιπόν για γνώσεις και σοφία από κάθε ταξίδι. Βέβαια αυτό ίσχυε περισσότερο σε παλαιότερες εποχής, που η γνώση ήτανε δύσκολη και προνόμιο,των ολίγων. Τα μέσα για μάθηση ήταν περιορισμένα. Κ ι ένα ταξίδι ήταν από τα πιο δύσκολα μέσα, και προνόμιο όσων είχανε τα χρήματα και το χρόνο για ένα ταξίδι. Σήμερα και τα ταξίδια είναι πιο εύκολα, αλλά και η γνώση είναι δυνατή και χωρίς ταξίδι. Οι εφημερίδες, τα περιοδικά, τα βιβλία και βέβαια η πανταχού παρούσα τηλεόραση, μας πάνε παντού, και εκεί ακόμα που ένα ταξίδι είναι αδύνατο.
Όμως και πάλι σε ένα ταξίδι έχεις να μάθεις. Κι αν δεν αποκτήσεις σοφία όπως την εννοούσαν οι παλαιότεροι, σίγουρα θα γνωρίσεις ίσως ένα άνθρωπο, ένα χαρακτήρα, μια στάση ζωής.
Δυο τέτοιες γνωριμίες είχα στο ταξίδι μου και θα τις μοιραστώ μαζί σας.
Η μια ήταν ένας Γερμανός καθηγητής του πανεπιστημίου της Φραγκφούρτης. Διδάσκει εθνολογία. Κι ασχολείται και με τον Όμηρο και συγκεκριμένα την Ιλιάδα μας, που την ακούμε από αυτή την εκπομπή τον τελευταίο καιρό. Είναι 57 χρονών και πάσχει από καρκίνο. Ζήτησε να με γνωρίσει. Πήγα και τον συνάντησα και μιλούσαμε για πάνω από τρεις ώρες. Και μιλούσαμε για την Ιλιάδα και για τον Ευριπίδη. Και θαύμασα όχι τις γνώσεις του σ΄αυτά τα θέματα, αλλά την αγάπη του, το μεράκι του τον θαυμασμό του για τον Όμηρο.
Και εκείνο που με συγκλόνισε, κι είναι αυτή η στάση ζωής που γνώρισα κι είμαι ευτυχής που τη γνώρισα, είναι αυτό που μου είπε.
“ Η ζωή που μου απόμεινε είναι λίγη. Όμως δεν έχω παράπονο. Έκανα ότι ήθελα στη ζωή μου, θα μπορούσα να κάνω ακόμα περισσότερα. Το μόνο που θέλω τώρα είναι να ζήσω ακόμα λίγο, για να τελειώσω ένα βιβλίο μου για την Ιλιάδα και συγκεκριμένα για τον Αχιλλέα……”
Τελειώνοντας την μακρά, γόνιμη, όμορφη συνομιλία μας κι αποχαιρετώντας τον καινούριο μου φίλο, μου είπε πως με θεωρεί ευτυχισμένο περισσότερο από αυτόν. Όχι γιατί εγώ δεν είχα το πρόβλημα που αυτός είχε. Αλλά γιατί εκείνος δεν ήξερε αρκετά αρχαία Ελληνικά για να διαβάσει τον Όμηρο και τον Ευριπίδη από το πρωτότυπο…..(Τ ρ α γ ο ύ δ ι)
Η άλλη γνωριμία μου ήταν ένας Πόντιος, σε ένα χωριό, στα σύνορα Γερμανίας και Ολλανδίας. Λέγεται Πολύβιος και έχει ταβέρνα που την ονομάζει “Ταβέρνα ο Πολύβιος”.
Ωραίος άνθρωπος. Πρώτα-πρώτα έχει τα καλύτερα ελληνικά κρασιά. Ύστερα είχε τους καλύτερους Ελληνικούς μεζέδες. Κι ήταν περήφανος και για τα δυό. Ύστερα γιατί είχε τρεις λεβέντες γιούς, που ενώ γεννηθήκανε στη Γερμανία, μιλάνε άριστα Ελληνικά, και κάθε καλοκαίρι κάνουν διακοπές στην Ελλάδα ή την Κύπρο!
Κατάγεται από τον Τραπεζούντα, τις αρχέγονες ρίζες των Ποντίων. Γνωρίζει την Κύπρο και την αγαπάει πραγματικά. Απόδειξη πάντα στους μεζέδες του έχει Κυπριακό χαλλούμι κι όπως είπα και πριν και ο ίδιος και τα παιδιά του έρχονται συχνά για διακοπές στην Κύπρο.
Μιλούσε ασταμάτητα για τον Πόντο, για τις ιστορίες που του έλεγε ο πατέρας του κι η μάνα του για τον Ελληνισμό που ξεκληρίστηκε τότε από τους Τούρκους. Μιλούσε για την σημερινή μοίρα της Κύπρου και πράγματι βουρκώνανε τα μάτια του….
Και μας τραγούδησε, εκεί, σε ένα χωριό στα σύνορα Γερμανίας και Ολλανδίας, τραγούδια της χαμένης πατρίδας του. Και ρεμπέτικα για τη δεύτερη πατρίδα του, τη Θεσσαλονίκη.
Δυο γνωριμίες λοιπόν, αγαπητοί μου ακροατές τελείως διαφορετικές. Ο ένας σοφός Γερμανός καθηγητής κι ο άλλος ένας Πόντιος πρόσφυγας, ένας Έλληνας της διασποράς. Ο ένας θαυμαστής του Ομήρου. Ο άλλος απόγονός του. ΄Ο ένας Οδυσσέας του πνεύματος, ο άλλος Οδυσσέας της ζωής.
Ευλογημένη η ώρα που τους γνώρισα…( Τ ρ α γ ο ύ δ ι)
«Δεν θα μας πει τίποτα για τις εκλογές, δάσκαλε;» Με ρώτησε φίλος ακροατής.
Τί να πω, φίλε ακροατή. Όλα τα έχουν πει. Και είπαμε να αφήσουμε αυτή την εκπομπή μακριά από την προεκλογική βαβούρα. Έτσι μια μικρή όαση. Και μια ευτυχία της απουσία μου είναι ότι γλίτωσα από την αμετροέπεια των πολιτικών μας και των επιτελών τους.
Το είπα και άλλοτε. Εκλογές είναι. Μεσογειακός λαός είμαστε. Ρωμιοί είμαστε. Είναι λοιπόν αναμενόμενο φαινόμενο το πάθος κι ο φανατισμός και οι κάποιες παρεκτροπές στην προεκλογική εκστρατεία. Όμως κάπως το παρακάναμε αυτή τη φορά.
Αλλά αν θέλετε κάποιο σχόλιο για τις εκλογές, είναι ότι ο λαός μας φάνηκε καλύτερος, ίσως πιο ώριμος, σίγουρα πιο ψύχραιμος από τους ηγέτες του. Δεν εννοώ στο τί ψήφισε, αν και σε αυτό έδωσε δείγματα ωριμότητας. Και στον τρόπο συμπεριφοράς του σε όλη την προεκλογική εκστρατεία αλλά και τη χθεσινή μέρα της ψηφοφορίας. Χωρίς αχρείαστο φανατισμό, με υποδειγματική τάξη και ωριμότητα. Ευχόμαστε οι πολιτικοί μας ηγέτες να πήραν κάποιο μάθημα από αυτή τη συμπεριφορά του λαού. Μια τέτοια συμπεριφορά θέλει ανάλογη συμπεριφορά από τους ηγέτες του.
Ο νοών, νοείτω. Ή στα Κυπριακά: Όποιος έσιει νούν ας καταλάβει……(Τ ρ α γ ο ύ δ ι)
Ποίημα.
Δεν βρίσκω καταλληλότερο ποίημα για σήμερα από το ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη:
Ας φρόντιζαν
Κατήντησα σχεδόν ανέστιος και πένης.
Aυτή η μοιραία πόλις, η Αντιόχεια
όλα τα χρήματά μου τάφαγε:
αυτή η μοιραία με τον δαπανηρό της βίο.
Aλλά είμαι νέος και με υγείαν αρίστην.
Κάτοχος της ελληνικής θαυμάσιος
(ξέρω και παραξέρω Aριστοτέλη, Πλάτωνα•
τι ρήτορας, τι ποιητάς, τι ό,τι κι αν πεις).
Aπό στρατιωτικά έχω μιαν ιδέα,
κ’ έχω φιλίες με αρχηγούς των μισθοφόρων.
Είμαι μπασμένος κάμποσο και στα διοικητικά.
Στην Αλεξάνδρεια έμεινα έξι μήνες, πέρσι•
κάπως γνωρίζω (κ’ είναι τούτο χρήσιμον) τα εκεί:
του Κακεργέτη βλέψεις, και παλιανθρωπιές, και τα λοιπά.
Όθεν φρονώ πως είμαι στα γεμάτα
ενδεδειγμένος για να υπηρετήσω αυτήν την χώρα,
την προσφιλή πατρίδα μου Συρία.
Σ’ ό,τι δουλειά με βάλουν θα πασχίσω
να είμαι στην χώρα ωφέλιμος. Aυτή είν’ η πρόθεσίς μου.
Aν πάλι μ’ εμποδίσουνε με τα συστήματά τους—
τους ξέρουμε τους προκομένους: να τα λέμε τώρα;
αν μ’ εμποδίσουνε, τι φταίω εγώ.
Θ’ απευθυνθώ προς τον Ζαβίνα πρώτα,
κι αν ο μωρός αυτός δεν μ’ εκτιμήσει,
θα πάγω στον αντίπαλό του, τον Γρυπό.
Κι αν ο ηλίθιος κι αυτός δεν με προσλάβει,
πηγαίνω παρευθύς στον Υρκανό.
Θα με θελήσει πάντως ένας απ’ τους τρεις.
Κ’ είν’ η συνείδησίς μου ήσυχη
για το αψήφιστο της εκλογής.
Βλάπτουν κ’ οι τρεις τους την Συρία το ίδιο.
Aλλά, κατεστραμένος άνθρωπος, τι φταίω εγώ.
Ζητώ ο ταλαίπωρος να μπαλωθώ.
Aς φρόντιζαν οι κραταιοί θεοί
να δημιουργήσουν έναν τέταρτο καλό.
Μετά χαράς θα πήγαινα μ’ αυτόν

«Ρωτούσε για την ποιότητα…»

Δανείζομαι τον τίτλο από ένα ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη τον οποίο θυμούμαι κάθε φορά που ακούω να γίνεται λόγος για ποιότητα, ιδιαίτερα σε εκείνη την ταλαιπωρημένη και συχνά παρεξηγημένη φράση: ‘ποιότητα ζωής’. Αυτήν που μας την υπόσχονται υπεραγορές και τοπικές αρχές, ταυτίζοντάς την με την κατανάλωση οι μέν, με την καλοπέραση οι δε. Αυτή τη φορά μου τον θύμισε ένα σημείωμα στο ΒΗΜΑ της περασμένης Κυριακής. Αναφερόταν σε ένα παρήγορο φαινόμενο σχετικά με τα ευπώλητα βιβλία, δηλ. τα βιβλία με τις πιο υψηλές πωλήσεις. Γράφει, λοιπόν, το εν λόγω σημείωμα πως αντίθετα με τα όσα ισχυρίζονταν μερικοί, ότι δεν μπορεί να συμβαδίζει η ποιότητα με τις υψηλές πωλήσεις, βλέπουμε ποιοτικά βιβλία στις πρώτες θέσεις των ευπωλήτων. Και το σημείωμα καταλήγει: Ας το παραδεχθούμε επί τέλους: το ελληνικό αναγνωστικό κοινό είναι ώριμο και χαρίζει την προτίμηση και το χρόνο του σε κείμενα που πραγματικά αξίζει να διαβαστούν…
Συμφωνούμε. Και πολλές φορές, από αυτή την στήλη και από αλλού, είπαμε και τονίσαμε, πως το κοινό, έστω ένα μέρος του κοινού, καταλαβαίνει και θέλει την ποιότητα, σε όλες τις τέχνες. Αλλά κάποιοι, ή γιατί θέλουν την ευκολία τους, την πρόχειρη και γρήγορη δημιουργία, είτε γιατί δεν μπορούν, δεν έχουν την παιδεία και το ταλέντο να δημιουργήσουν έργο ποιότητας, βρίσκουν την εύκολη λύση και την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούντες λένε: «αυτά θέλει ο κόσμος, αυτά του προσφέρουμε…»
Κι έτσι, γεμίζουν οι οθόνες της τηλεοράσεως και οι σελίδες των εντύπων με υποπροϊόντα χαμηλής ποιότητας, που δεν έχουν καμιά σχέση με την αισθητική. Και το κακό είναι πως ξεκινώντας από αυτή τη φιλοσοφία (κρίμα στη λέξη και την κακοποίησή της!), και προσφέροντας αμφιβόλου ποιότητος θεάματα και ακροάματα, εθίζουν και τους αναγνώστες και τους ακροατές, σε τέτοιου είδους υποπροϊόντα. Φέρνουν το κοινό στα μέτρα τους και στην αισθητική τους, το εθίζουν στην αισθητική τους, και ύστερα έχουν και τη συνείδησή τους ήσυχη πως προσφέρουν ότι θέλει το κοινό.
Η κίνηση, λοιπόν, των πωλήσεων του βιβλίου στην Ελληνικά αγορά, διαψεύδει τον μύθο των ατάλαντων ότι δεν μπορεί να συμβαδίζει η ποιότητα με τις υψηλές πωλήσεις. Η ποιότητα και με υψηλές πωλήσεις μπορεί να συμβαδίζει και με υψηλή ακροαματικότητα. Είναι λάθος ότι δεν υπάρχει κοινό έτοιμο θα δεχθεί την ποιότητα. Μάλλον δεν υπάρχουν άνθρωποι να την προσφέρουν. Ή, ακόμα χειρότερα, δεν ενθαρρύνονται και δεν στηρίζονται οι ικανοί να προσφέρουν αυτήν την ποιότητα, όταν δεν πολεμούνται και δεν γίνονται αντικείμενο ειρωνείας.
Φιλέλευθερος 31 Αυγούστου 2001

«...προεπιβουλεύειν μάλλον ή αντεπιβουλεύειν»


Φαντάζομαι έχετε δει εκείνο το γλυπτό σύμπλεγμα με τα τρία πιθηκάκια. Το ένα σκεπάζει με τα χέρια τα μάτια του, το άλλο τα αυτιά του, το άλλο το στόμα του. Το πρώτο είναι σαν να θέλει να πει ‘δεν είδα τίποτα’, το δεύτερο ‘δεν άκουσα τίποτα’, το τρίτο ‘δεν είπα τίποτα’. Αυτή την εικόνα μου θύμισαν οι αρμόδιοι όταν ξέσπασε ο σάλος για το θέμα των Αγγλικών κεραιών. Όλοι προσπαθούσαν με μασημένα λόγια, όπως το παιδάκι που το έπιασαν να ατακτεί: μα δε λέω ψέματα, τελευταία το έμαθα. Δεν με κατατόπισαν οι υφιστάμενοί μου, γιατί δεν το θεώρησαν σοβαρό για να με κατατοπίσουν. Γενικά δεν είδα, δεν άκουσα, δεν είπα τίποτα. Μια στάση που προκαλεί λύπη, μαράζι, και οδηγεί σε θλιβερές σκέψεις.
Κάπου διαβάζουμε στον πρόγονο όλων των ιστορικών κι όλων των πολιτικών αναλυτών του κόσμου, τον Θουκυδίδη: «…προεπιβουλεύειν μάλλον ή αντεπιβουλεύειν», που σημαίνει να προβλέπουμε και να προλαμβάνουμε τα σχέδια των άλλων, των αντιπάλων, παρά να προσπαθούμε εκ των υστέρων να τα ματαιώσουμε. Αυτός είναι και ο χρυσούς κανόνας ή, αν προτιμάτε, ο μπούσουλας των ηγετών ενός λαού, ιδιαίτερα σε καταστάσεις πολέμου, σε στιγμές κρίσεως, σε καταστάσεις πολιορκίας, σαν αυτές που πέρασε ο τόπος μας τις τελευταίες δεκαετίες. Στην κατάσταση πολιορκίας που βρίσκεται σήμερα.
Κι όμως συμβαίνουν συνεχώς πράγματα που δεν τα βλέπουμε, δεν τα ακούμε, δεν τα λέμε, ή μάλλον δεν θέλουμε να τα δούμε, δεν θέλουμε να τα ακούσουμε και δεν θέλουμε να αντιδράσουμε έντονα (είμαστε καλά παιδιά!) και στην κατάλληλη στιγμή. Δεν λέμε όπου και όταν πρέπει τον καίριο λόγο και δεν προβαίνουμε στην καίρια πράξη. Και τρέχουμε εκ των υστέρων πίσω από τα γεγονότα και προσπαθούμε να ματαιώσουμε τα τετελεσμένα. (Κάποιοι λένε για το ζήτημα μας ότι είναι μια θλιβερή ιστορία χαμένων ευκαιριών. Μάλλον είναι μια άφρων σειρά τετελεσμένων τα οποία δεν είχαμε την οξυδέρκεια και την πολιτική διορατικότητα ώστε να τα δούμε πριν τελεσθούν και να τα προλάβουμε…)
Και αναθεματίζουμε μετά και λιθοβολούμε τους ‘ανεύθυνους’ ή αυτούς που δρουν καταστροφικά. Όταν όμως οι ‘υπεύθυνοι’ δεν δρουν όταν πρέπει και όπως πρέπει, τότε αφήνουν το πεδίον δράσης ελεύθερο στους ‘ανεύθυνους’. Κι αντί αυτοί οι υπεύθυνοι να δώσουν λόγο για την ολιγωρία και τις παραλείψεις τους, αθωώνουν τον εαυτό τους και μεταθέτουν το θέμα σε λεκτικούς ακροβατισμούς και σε επιθέσεις κατά των ανευθύνων. Μέχρι το επόμενο τετελεσμένο.
«Προεπιβουλεύειν μάλλον ή αντεπιβουλεύειν», φωνάζει ο Θουκυδίδης. Να προλαμβάνουμε τις σκέψεις και τα σχέδια των άλλων, παρά να προσπαθούμε εκ των υστέρων να τα ματαιώσουμε. Αλλά ποιος τον ακούει, δύσμοιρη Κύπρος;

ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ  ΙΟΥΛΙΟΣ 2004 (Αλλά τόσο επίκαιρο...!)

Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΜΕ ΕΝΑ ΦΙΛΟ ΣΤΟ ΚΑΝΑΛΙ6-ΓΥΝΑΙΚΑ

                                                                      ΔΕΚΑΤΗ ΠΕΜΠΤΗ

Λέγαμε λοιπόν πως στα μέσα του 5ου αιώνα οι Αθηναίοι νοιώθουν ενοχή για τον αποκλεισμό της γυναίκας, κι αυτή την ενοχή τους την προβάλλουν στο δράμα, στο θέατρο, τραγωδία και κωμωδία.
Ιδιαίτερα αυτό γίνεται στο έργο του τραγικού στον οποίο θα ανατρέξουμε για να βρούμε τις γυναικείες μορφές, του Ευριπίδη. Όταν θέλει ο Ευριπίδης να μαστιγώσει τους Αθηναίους για το έγκλημα που διέπραξαν στην Μήλο, θα γράψει για την Τροία και τις Τρωάδες. Και θα βάλει στο στόμα μιας γυναίκας, μιας μη Ελληνίδας, της Εκάβης, την κραυγή μιας σύγχρονής του Αθηναίας: «Ω βάρβαρα εξευρόντες Έλληνες κακά» «Έλληνες, δηλαδή εσείς συμπολίτες μου Αθηναίοι, που επινοήσετε τέτοια βάρβαρα εγκλήματα».
Στον Ευριπίδη έχουμε πολλές γυναικείες μορφές, σε πρωτεύοντες αλλά και σε δευτερεύοντες ρόλους. Οι πιο πολλές τραγωδίες του έχουν γυναικείο όνομα. Και πολλές από τις ηρωίδες του έμειναν πρότυπα γυναικείων χαρακτήρων: Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, Ιφιγένεια η εν Ταύροις, Ηλέκτρα, Μήδεια, Εκάβη, Ελένη, Άλκηστις, Φοίνισσες, Ικέτιδες, Τρωάδες. Πόσο εύκολα, λοιπόν, κατηγορούσαν οι παλιότεροι, αλλά και σημερινοί φαλλοκράτες, την αρχαία κοινωνία για μισογυνισμό, μια κοινωνία που δημιούργησε τέτοια δυναμικά, αιώνια γυναικεία πρότυπα!
Στα έργα του ο Ευριπίδης, με την μοναδική ειρωνεία του, παίρνει τη θέση της γυναίκας, και ραβδίζει τους σύγχρονούς του Αθηναίους για τις ιδέες τους και τη στάση του απέναντι στις γυναίκες. Επιχειρεί ο Ευριπίδης μια ανατροπή των παραδοσιακών ιδεών των συγχρόνων του Αθηναίων. Είναι, αγαπητοί ακροατές και ιδιαίτερα αγαπητές ακροάτριες, ένα φεμινιστικό κήρυγμα δυόμισι χιλιάδες χρόνια πριν! Και αυτό, από τον συγγραφέα ποιητή που έμεινε στην ιστορία ως μισογύνης!
Θα δούμε αυτή την ειρωνεία του κι αυτό το κατηγορώ του για την ανδροκρατούμενη κοινωνία των Αθηναίων, σε ένα περίφημο μονόλογο. Τον μονόλογο της Μήδειας από την ομώνυμη τραγωδία του.

                                                                           ΔΕΚΑΤΗ ΕΚΤΗ
Στη Μήδεια του Ευριπίδη έχουμε μια γενναία φωνή διαμαρτυρίας από μια ηρωίδα, τη Μήδεια. Σε ένα περίφημο μονόλογό της αναφέρεται στα προβλήματα που συναντούσε μια γυναίκα. Βέβαια το πρώτο που έχουμε να παρατηρήσουμε, είναι ότι πρόκειται για φανερό, και εσκεμμένο βέβαια εκ μέρους του ποιητή, αναχρονισμό. Μιλά για μια αρχόντισσα που έζησε πολλούς αιώνες πριν, σαν να είναι μια Αθηναία του πέμπτου αιώνα. Και μάλιστα όπως θα μιλούσε μια κοινή θνητή, όχι μια γυναίκα βασιλικής η αριστοκρατικής οικογένειας.
Στον αρχαίο τραγικό Ευριπίδη, σε όλα σχεδόν τα έργα του, έχουμε σημαντικές και σοφές γυναίκες. Κι αυτό είναι μια κριτική την στάσεως των Αθηναίων του 5ου αιώνα απέναντι στις γυναίκες. Και βέβαια δεν κάνει λόγο ο Ευριπίδης για πολιτικά δικαιώματα, όπως τα εννοούμε σήμερα. Κι αυτό είναι συχνά το λάθος μας, όπως είπα και στην αρχή: να κρίνουμε με τα σημερινά δεδομένα μιαν περασμένη εποχή.
Συγκρίνουμε με τα σημερινή αντίληψη περί πολιτικών δικαιωμάτων και γενικότερα περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μια εποχή στην οποία ο μισός σχεδόν πληθυσμός των αρχαίων πόλεων-κρατών, αυτός των δούλων δεν είχε κανένα δικαίωμα. Ακόμα και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, των πολιτών, όπως οι μέτοικοι, δηλαδή μη Αθηναίοι στην καταγωγή, που ζούσαν για χρόνια πολλά στην Αθήνα, είχαν επιχειρήσεις, πλήρωναν φόρους, πήγαιναν στο στρατό, κι όμως είχαν περιορισμένα πολιτικά δικαιώματα. Κι είμαστε έτοιμοι να τα βάλουμε με τον Περικλή, ο οποίος στον περίφημο Επιτάφιό του λέει πως ο μεγαλύτερος έπαινος για μια γυναίκα είναι να μιλούν ελάχιστα γι’ αυτήν οι άντρες, είτε για επίκριση είτε για έπαινο, « καί ης αν επ’ ελάχιστον αρετής πέρι ή ψόγου εν τοις άρσεσι κλέος η». Και πολλοί παλαιότερα τόνισαν τη ρήση αυτή του Περικλή σαν απόδειξη του μισογυνισμού του μεγαλύτερου πολιτικού της αρχαιότητας και του αποκλεισμού των γυναικών από το κοινωνικό προσκήνιο. Όμως, ο λόγος εκείνος του Περικλή, ήταν ένας πολιτικός λόγος, μέσα σε συγκεκριμένες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες. Όπως γράφει κι ο διάσημος Ελληνιστής Κίττο, αν ένας διάσημος σύγχρονος πολιτικός έλεγε ‘δεν θα ήθελα να ακούσω το όνομα μιας κυρίας να περιφέρεται στη κουβέντα στους δρόμους είτε για έπαινο είτε για κατηγορία’, αυτό θα ήταν ένδειξη περιφρόνησης και μισογυνισμού, ή σαν μια ένδειξη ενός, έστω παλαιομοδίτικου σεβασμού και εκτίμησης;»
Ή για να έρθουμε και στα δικά μας τώρα που διαβάζουμε κάποιους κείμενα όχι πολύ παλιών λογοτεχνών, όπως του Λιπέρτη, θα βγάλουμε παρόμοια συμπεράσματα. Για παράδειγμα, αν πάρουμε τους στίχους του από το ποίημα «παραγγιελλιά»:
Θέλω σε νάσαι νούσιμη με τσίππαν προκομμένη,
Να σαι βκιολέττα αντροπιαρκά στα φύλλα σου χωσμένη.... Να σε θωρούν τζιαι να δικλάς χαμαί να κοτσιηνίζεις....’
Θα ερμηνεύσουμε τους στίχους αυτούς ως ένα κήρυγμα του Λιπέρτη για κοινωνικό αποκλεισμό της γυναίκας, ή σαν δείγμα μισογυνισμού, από ένα Λιπέρτη που είπε τόσο τρυφερά λόγια αγάπης και θαυμασμού για την γυναίκα;
Για να επανέλθουμε στην αρχαία τραγωδία. Οι αρχαίοι τραγικοί, οι ιδέες τους, τα κηρύγματα τους, η φιλοσοφία τους, τα μηνύματα που θέλουν να δώσουν στους συγχρόνους τους είναι πολλά, ποικίλα και όχι σπάνια, αντιφατικά, έτσι που να προκαλούν μια σύγχυση στους μεταγενέστερους και τους σημερινούς μελετητές, αναγνώστες, θεατές. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν τόσες διαφορετικές ερμηνείες των αρχαίων τραγωδιών, ερμηνείες φιλολογικές, αλλά και σκηνοθετικές, θεατρικές. Αυτό ισχύει ειδικά για τον Ευριπίδη. Γι΄ αυτό έχουμε συνεχώς νέες αναγνώσεις των έργων του. Όμως θα απλοποιήσουμε τα πράγματα και πούμε πως ο Ευριπίδης χρησιμοποιεί γυναικείες μορφές, γυναικείους χαρακτήρες: Για να μαστιγώσει τους Αθηναίους για τη στάση τους απέναντι στη γυναίκα και τον ανδρικό ναρκισσισμό τους. Σ’ αυτό έχουμε τον περίφημο μονόλογο της Μήδειας.
Μονόλογος Μήδειας (Εὐριπίδου «Μήδεια»)
"Γυναίκες της Κορίνθου,
αυτό το ανέλπιστο κακό που με βρήκε
έχει κουρελιάσει την ψυχή μου
όλα τέλειωσαν πια για μένα κι αφού οι χαρές της ζωής μου
μακριά πετάξανε ο θάνατος θα είναι λύτρωση.
Γιατί, φίλες μου,
αυτός που ήταν, και το ξέρετε καλά, το μόνο στήριγμά μου,
ο άντρας μου, αποδείχθηκε κάκιστος.
Από όλα τα έμψυχα και λογικά όντα,
εμείς οι γυναίκες είμαστε το πιο δυστυχισμένο πλάσμα.
Εμείς, που πρέπει, δίνουμε ένα πλήθος από τα αγαθά μας,
να αγοράσουμε ένα σύζυγο
κι έτσι να πάρουμε ένα αφέντη για το σώμα μας.
Κι ενώ τούτο είναι κακό και ταπείνωση,
έχουμε ακόμα μια άλλη μεγάλη έγνοια
κι εδώ βασανίζεται των γυναικών η ψυχή:
αν θα μας τύχει ένας κακός ή ένας καλός άντρας.
Γιατί είναι, λέει, ντροπή για τη γυναίκα να χωρίσει,

κι ούτε μπορεί να πει όχι σε ό,τι ο σύζυγος ζητήσει.
Κι όταν έρθει στο καινούργιο σπίτι του άνδρα της,
με άλλες συνήθειες κι άλλους κανόνες,
πρέπει να έχει μαντική ικανότητα,
γιατί δεν τη δίδαξε κανείς στο πατρικό της σπίτι,
πώς να συμπεριφερθεί τον άντρα της.
Κι αν, παρ’ όλα αυτά, εκτελούμε σωστά τα καθήκοντά μας,
κι ο άντρας ζει μαζί μας
χωρίς να του είναι βάρος ο συζυγικός ζυγός,
η ζωή μας είναι αξιοζήλευτη.
Διαφορετικά, πρέπει να πεθάνουμε.
Όμως ο άντρας, όταν βαρεθεί να ζει μέσα στο σπίτι,
βγαίνει έξω, και με τους φίλους του και με άλλους ανθρώπους,
γαληνεύει, λέει, την ψυχή του.
Ενώ για μας είναι χρέος να βλέπουμε πάντα σε ένα άνθρωπο.
Κι ακούστε και το επιχείρημά τους:
Εμείς, λένε, ζούμε στο σπίτι μια ζωή χωρίς κινδύνους,
ενώ εκείνοι, οι άντρες, πάνε στο στρατό και στον πόλεμο.
Ανόητοι! Πόσο λανθασμένα σκέφτονται.
Θα προτιμούσα τρεις φορές να πάω στη μάχη,
παρά να γεννήσω μια φορά.
Όμως, ενώ σ’ αυτά είμαστε στην ίδια μοίρα,
τώρα εσείς κι εγώ δεν βρισκόμαστε στην ίδια κατάσταση.
Γιατί, εσύ είσαι την πόλη σου,
στου πατέρα σου τα σπίτια και ζεις και χαίρεσαι
στη συντροφιά των δικών σου ανθρώπων.
Όμως εγώ είμαι μόνη κι έρημη, χωρίς πατρίδα,
κλεμμένη από μια ξένη χώρα από τον άνδρα μου
που τώρα με αδικεί κατάφωρα
Και δεν έχω ούτε τη μάνα μου, ούτε αδελφό, ούτε άλλο συγγενή,
για να βρω λιμάνι και καταφύγιο από τη συμφορά που με βρήκε.
Έτσι, λοιπόν, αυτή τη χάρη ζητώ από σένα:

Αν βρω κάποιο τρόπο, αν σκεφτώ κι αποφασίσω κάτι
για να εκδικηθώ τον άντρα μου για το κακό που μου έκανε,
μαζί κι εκείνη και τον πατέρα της που την έδωσε για το γάμο,
να το κρατήσετε μυστικό.
Η γυναίκα σε όλα τα άλλα είναι ένα φοβισμένο πλάσμα,
αδύναμο σώμα κι ανήμπορο φονικό όπλο να αντικρίσει.
Όμως, αν προδοθεί στον έρωτα,
δεν υπάρχει νους πιο αιμοβόρος."

Σταχυολογήματα από την εκπομπή του Κωστή Κολώτα "Κουβέντα με ένα φίλο" στον ραδιοφωνικό σταθμό Κανάλι 6 της Λεμεσού. Ενότητα ΓΥΝΑΙΚΑ

Πέμπτη 6 Μαΐου 2010

ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΜΕ ΕΝΑ ΦΙΛΟ ΣΤΟ ΚΑΝΑΛΙ6 : ΓΥΝΑΙΚΑ

                                                   ΕΚΠΟΜΠΗ ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Συνεχίζουμε την κουβέντα μας για τη θέση της Γυναίκας στο αρχαίο Ελληνικό δράμα.
Σύμφωνα με τη νεώτερη φιλολογική ερμηνεία της τραγωδίας, οι τραγικοί ποιητές στα μέσα του 5ου αιώνα, βρίσκονται μπροστά σε μια νέα, έστω υπολανθάνουσα αντιμετώπιση του θέματος των διαφορών μεταξύ των δύο φύλων, την οποίαν δεν τολμούν οι πεζογράφοι να θίξουν, ενώ αυτοί, πρωτοπόροι, όπως πάντα πρωτοπόροι είναι οι θεατρικοί συγγραφείς, τολμούν και αγγίζουν, και καταφεύγουν σε αρχαία πρότυπα γυναικών για να εκφράσουν αυτές τις νέες αντιλήψεις, ή για να μαστιγώσουν τις συντηρητικές αντιλήψεις της εποχής τους. Κι αυτό σίγουρα κάνει πιο πολύ ο Ευριπίδης.
Υπάρχει, όπως είπα και πιο πάνω, και η ψυχοπαθολογική ερμηνεία του φαινομένου, αυτής της ξαφνικής εισβολής, όπως την χαρακτηρίζουν, γυναικείων μορφών στην τραγική ποίηση, κι επομένως στο κοινωνικό προσκήνιο. Λένε λοιπόν οι μελετητές αυτής της επιστημονικής προσέγγισης πως το φαινόμενο είναι η έκφραση της κοινωνικής παθολογίας των Αθηνών. Ένας συνδυασμός ανταγωνισμού μεταξύ των δύο φύλων, ανάμικτων συναισθημάτων στοργής και απόρριψης προς τη γυναίκα, γυναικοφοβίας και αρσενικού ναρκισσισμού, η τραγωδία, με τη στροφή προς γυναικείες μορφές, είναι μια τρομαγμένη εξιλέωση αλληλοσυγκρουόμενων συναισθημάτων των ανδρών απέναντι στο γυναικείο φύλο: σεβασμός και αγάπη, αρχόντισσα στον οίκο, κι από την άλλη αποκλεισμός της από την πόλιν, τη δημόσια ζωή. Οι γυναίκες, καταπιεσμένες στην πραγματική ζωή από τους άντρες, βρίσκουν διέξοδο και φωνή, μέσο των ανδρών, στην τραγωδία, το θέατρο. Υπάρχει μια ένταση, όπως λέει ένας άλλος μελετητής, μεταξύ της καταπιεστικής στάσεως τους απέναντι στις γυναίκες, και της προβολής της δυνάμεως και της προσωπικότητας των γυναικών μιας περασμένης εποχής.
Και με αυτή την ερμηνεία, οδηγούμαστε στην υπόθεση πως κάτι άλλαξε στην κοινωνία του 5ου αιώνα. Η γυναίκα δεν περιορίζεται πια στον οίκο, αλλά, έστω και έμμεσα, έστω μέσον των αντρών, όπως θα πει ο Ευριπίδης στις Ικέτιδες με το στόμα της Αίθρας, παρεμβαίνουν και στην πόλιν, τη δημόσια ζωή. Αλλά οι άντρες αντιστέκονται, και δεν θέλουν να το παραδεχθούν, και δεν θέλουν να παραχωρήσουν δικαιώματα (Αλλά σήμερα, 25 αιώνες μετά, μήπως θέλουν;) Νοιώθουν ενοχή γι΄ αυτό, κι αυτή την ενοχή τους την προβάλλουν στο δράμα, στο θέατρο, τραγωδία και κωμωδία.



Σταχυολογήματα από την εκπομπή του Κωστή Κολώτα "Κουβέντα με ένα φίλο" στον ραδιοφωνικό σταθμό Κανάλι 6 της Λεμεσού. Ενότητα ΓΥΝΑΙΚΑ

Τετάρτη 5 Μαΐου 2010

ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΜΕ ΕΝΑ ΦΙΛΟ ΣΤΟ ΚΑΝΑΛΙ6-ΓΥΝΑΙΚΑ

                                                                 ΕΚΠΟΜΠΗ  ΔΕΚΑΤΗ ΤΡΙΤΗ

Θα μιλήσουμε για τη θέση της γυναίκας στο αρχαίο Ελληνικό δράμα, την τραγωδία αλλά και την κωμωδία. Να τονίσουμε και πάλιν πως Θεωρώ ότι το θέατρο είναι ο πιο πιστός και ο πιο ευαίσθητος καθρέφτης μιας εποχής. Σχεδόν πάντα ασχολείται με τα κοινωνικά και πολιτικά θέματα της εποχής του, ακόμα και όταν καταφεύγει σε παλαιότερες ιστορίες και μύθους ή ιστορικά γεγονότα, με μυθικούς ήρωες ή προσωπικότητες του παρελθόντος. Κι’ αυτή είναι η περίπτωση της αρχαίας τραγωδίας. Ανατρέχουν σε παλαιότερα πρότυπα για να τις παρουσιάσουν στη σκηνή.
Στην Αθηναϊκή κοινωνία του 5ου αιώνα υπήρχε μια Ασπασία, σοφός πολιτικός και κοινωνικός καθοδηγητής του Περικλή. Και ανατρέχουν σε μια μυθική μορφή, όπως στην Αίθρα, στις Ικέτιδες του Ευριπίδη για να την ανεβάσουν στη σκηνή, να μιλήσει μπροστά στους Αθηναίους, πράγμα που δεν μπορούσε να το κάνει στην αγορά ή την εκκλησία του δήμου.
Αλλά και οι απλές γυναίκες, όχι αρχόντισσες, αλλά του λαού, παρακολουθούν, έστω και από το σπίτι, τη δημόσια ζωή και επεμβαίνουν για να υποδείξουν στους άντρες τα πολιτικά τους λάθη και να τους προτρέψουν να αλλάξουν αποφάσεις που πήραν στην ανδροκρατούμενη Βουλή και την εκκλησία του Δήμου.
Μια τέτοια περίπτωση είναι όταν, στη διάρκεια του πελοποννησιακού πόλεμου οι άντρες πήραν τη φοβερή απόφαση στην Εκκλησία του Δήμου, (428 προ Χριστού), να εκτελέσουν όλο τον ανδρικό πληθυσμό της Μυτιλήνης γιατί θέλησε να φύγει από τη συμμαχία των Αθηνών. Αυτές, λοιπόν, οι γυναίκες, όταν οι άντρες τους γύρισαν από την Εκκλησία του Δήμου, τους έβαλαν τις φωνές «μα τι πάτε να κάνετε ανόητοι, κακώς φρονούντες άντρες», όπως θα πει η Μήδεια.
Και την άλλη μέρα, συνεκάλεσαν νέα συνέλευση της Εκκλησίας του Δήμου και άλλαξαν την απόφασή τους. Και πρέπει να υποθέσουμε πως οι γυναίκες της Αθήνας ξεσηκώθηκαν, όσο μπορούσαν μέσα στις κοινωνικές συνθήκες της εποχής, για να μαστιγώσουν την κοινωνία των ανδρών, όταν έπαιρναν τη φοβερή απόφαση να ερημώσουν το μικρό νησί της Μήλου, εκτελώντας τους άντρες και στέλλοντας στην προσφυγιά τα γυναικόπαιδα. Είναι αυτές οι γυναίκες της Αθήνας που μιλούν με το στόμα της Εκάβης και φωνάζουν στους άντρες στις Τρωάδες του Ευριπίδη: «ω βάρβαρα εξευρόντες Έλληνες κακά». Έλληνες πού βρήκατε τέτοια βάρβαρη τιμωρία. Και την άλλη μέρα οι «σοφοί» άνδρες άλλαξαν την απόφασή τους.

Σταχυολογήματα από την εκπομπή του Κωστή Κολώτα "Κουβέντα με ένα φίλο" στον ραδιοφωνικό σταθμό Κανάλι 6 της Λεμεσού. Ενότητα ΓΥΝΑΙΚΑ

Δευτέρα 3 Μαΐου 2010

ΜΟΝΟΛΟΓΟΙ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ 1

Εὐριπίδου “Τρῳάδες” Μονόλογος Ἑκάβης α’
Στίχοι ἀρχαίου κειμένου 98-152

ΕΚΑΒΗ
Όρθωσε το κορμί σου, δύσμοιρη,
σήκωσε από τη γη την κεφαλή,
τέντωσε το λαιμό σου1.
Αυτά τα ερείπια δεν είναι πια η Τροία 2.
Κι εσύ, Εκάβη, βασίλισσα αυτής της Τροίας.
Όρθια να δεχθείς της μοίρας σου την άκρα ανατροπή 3.
Αρμένιζε4, λοιπόν, όπου η μοίρα σε πάει
Και μη πηγαίνεις κόντρα στους καιρούς.
Να πλέεις με πρίμο τον άνεμο της συμφορά σου.
΄Αχού! 
Πώς να μην κλάψω η δύστυχη;
Σαν τι να πω, τι να μην πω, τι να πρωτοθρηνήσω;
Η χώρα μου, ο αφέντης μου, τα πολλά παιδιά μου 5,
η προγονική μου αρχοντιά, όλα χαθήκαν! 
Σαν να μην υπήρξανε ποτέ! Το γέρικο κορμί μου
ριγμένο στη σκληρή τη γη παντού πονάει:
στις κλείδωσες, στην πλάτη, στα μελίγγια....
Τις συμφορές τους οι βαριόμοιροι 
ταιριάζουν σε μακρόσυρτα, λυπητερά τραγούδια.
Πώς θά ΄θελα κι εγώ σαν βάρκα γέρικη
να λικνιστώ δεξιά, ζερβά6….
Και με το λίκνισμα
να συνταιριάξω το θρήνο τον αξεδίψαστο.
Καράβια γρήγορα αρμενίζοντας, 
αφήσανε τότε τ’ απάνεμα λιμάνια της Ελλάδας
και το γαλάζιο Αιγαίο περάσαν.
Με μισητούς πολεμικούς παιάνες 7
και στριγκλιές της σάλπιγγας ιαχές.
Ήρθανε στην Τροία την ιερή 8 
κι αράξανε, κατάρα και ανάθεμα,
στης πόλης το ακρογιάλι.
Ήρθαν εδώ για να πάρουν πίσω εκείνο το σίχαμα,
το ταίρι του Μενέλαου.
Που ατίμασε τον αδελφό της Κάστορα 9 
και ντρόπιασε του Ευρώτα την κοιλάδα.
Αυτή θανάτωσε ένα Πρίαμο, που έσπειρε γιους πενήντα.
Κι εγώ καράβι γέρικο που εξόκειλε στις συφοράς τα βράχια 10.
οικτρό της συφοράς ναυάγιο.
Άχου, τι πόνος και ντροπή, 
σε τέτοιο θρόνο καθισμένη,
γριά αδύναμη με πένθιμα κομμένα τα μαλλιά μου 11,
αιχμάλωτη έξω από τη σκηνή του Αγαμέμνονα.
Και να με σέρνουν δούλα στα γεράματα,
διωγμένη από το σπίτι μου, 
θλιβερό ενός πολέμου λάφυρο.
Ε! σεις χαροκαμένες σύζυγοι των Τρώων,
και σεις κόρες ανύμφευτες, στο πρώτο ανθό της νιότης,
που σας σέρνουν στη σκλαβιά να πικροπαντευτείτε,
το μοιρολόι της Τροίας που καίγεται αρχινήστε!  
Μια μάνα πετροπέρδικα, μια ορφανεμένη μάνα 12
μέσα στην άκρα απελπισιά, σέρνει πικρό τραγούδι,
για ν΄ ανασάνει ο καημός, να πάρει ο πόνος τέλος.
Δεν είν΄ τραγούδι της χαράς, σαν τότε που τραγούδα
δίπλα στον ρήγα Πρίαμο, μεσ΄ την πλατειά την Τροία. 
Κι έσερνε πρώτη το χορό κι αλαφροπατούσε
σ΄ όμορφο φρυγικό ρυθμό, σε θεϊκό γιορτάσι 13...


Η Κατίνα Παξινού στο ρόλο της Εκάβης-1955


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Σκηνοθετική οδηγία, που συμπληρώνεται πιο κάτω, για την κατάσταση που βρίσκεται η Εκάβη: είναι ξαπλωμένη κατάχαμα και πονάει παντού.
2. Άλλη σκηνοθετική οδηγία: η σκηνή εξελίσσεται μπροστά στα ερείπια της καιόμενης Τροίας, όπου εξελίσσεται όλη η τραγωδία.
3.”μεταβαλλομένου δαίμονος ἀνέχου”: η ανατροπή της τύχης, η περιπέτεια (Βλέπε λεξιλόγιο). Στις Τρωάδες δεν υπάρχει περιπέτεια μέσα στο έργο. Η μεταβολή της τύχης των Τρώων έγινε ήδη πριν αρχίσει το έργο, από την πριν ευδαιμονία βρίσκονται στην άκρα δυστυχία. Αναφορές στην προηγούμενη ευδαιμονία γίνεται συχνά από τους ήρωες. Η άλλη περιπέτεια είναι αυτή που αναμένει τους Έλληνες οι τώρα νικητές και θριαμβευτές, όταν τελειώσει το έργο θα καταστραφούν. Κι αυτή η περιπέτεια αναφέρεται συχνά από τους ήρωες, ιδιαίτερα από την Κασσάνδρα η οποία προλέγει τον όλεθρό τους και τον άγριο φόνο του Αγαμέμνονα.
4. Μεταφορά από τη ναυτική ζωή. Συχνές τέτοιες ναυτικές παρομοιώσεις και μεταφορές γιατί ήταν η εποχή που η Αθήνα ήταν θαλασσοκράτειρα, το ναυτικό ήταν η δύναμή της και πολλοί από τους θεατές υπηρετούσαν στο Αθηναϊκό ναυτικό. Εδώ υπάρχει κι άλλος λόγος: ο Ελληνικός στόλος έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο στην Τρωική εκστρατεία και τώρα είναι έτοιμος να αποπλεύσει για το ταξίδι της επιστροφής που θα είναι ταξίδι ολέθρου.
5. Ο Πρίαμος με την Εκάβη, αλλά και με άλλες συζύγους, είχε πενήντα γιους και πολλές κόρες.
6. Πάλι ναυτική παρομοίωση.
7. Ο παιάν ήταν λυρικό χορικό άσμα, αρχικά προς τον Απόλλωνα ύστερα και σε άλλους θεούς. Μια επίκληση ή ύμνος ευχαριστήριος, αλλά και ως πολεμικό εμβατήριο.
8. Ἴλιον ἱεράν. Από τον Όμηρο η Τροία ονομάζεται ἱερὸν πτολίεθρον, ιερή πόλη.
9. Η Ελένη είχε αδέλφια του δίδυμους Κάστορα και Πολυδεύκη. Ήδη στον Όμηρο αναφέρεται η ντροπή που ένοιωσαν τα αδέλφια της για την πράξη της. Υπήρχε μάλιστα μια παράδοση ότι οι Διόσκουροι οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία από αυτή την ντροπή τους.
10. Άλλη μια ναυτική μεταφορά.
11. Το έθιμο να κόβουν τα μαλλιά σε ένδειξη πένθους.
12. Εσκεμμένα η μετάφραση σαν δημοτικό μοιρολόι.
13. Ο Ευριπίδης κλείνει τη θρηνητική μονωδία της Εκάβης με μια νότα χαρούμενων στιγμών από το παρελθόν. Αμέσως θα ακολουθήσουν και πάλι τραγικές στιγμές.